Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Οι Γερμανοί ΝΑΖΙ στις 27 Απριλίου 1941 καταλαμβάνουν την Αθήνα



Σαν σήμερα, στις 27 Απριλίου του 1941 τα γερμανικά στρατεύματα εισέρχονται στην Αθήνα, σηματοδοτώντας την έναρξη της περιόδου της Κατοχής.

Στις 27 Απριλίου 1941 εισέβαλαν τα γερμανικά στρατεύματα στην Αθήνα αφού είχε προηγηθεί η προέλαση των γερμανικών δυνάμεων στη βόρεια και κεντρική Ελλάδα.

Στις 08.00 της Κυριακής, 27 Απριλίου 1941, μοτοσικλετιστές και τεθωρακισμένα οχήματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Φριτς Ντίρφλιγκ, εισήλθαν από τα βόρεια προάστια στην Αθήνα. Την ώρα εκείνη ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών έδινε το τελευταίο ελεύθερο ανακοινωθέν του:
Σε ένα καφενείο στους Αμπελόκηπους περίμεναν τους εισβολείς οι τέσσερις άνδρες που παρέδωσαν την πόλη των Αθηνών. Ήταν ο φρούραρχος Αθηνών υποστράτηγος Χρ. Καβράκος, ο νομάρχης Αττικοβοιωτίας Κ. Πεζόπουλος και οι δήμαρχοι Αθηναίων και Πειραιώς Αμβρόσιος Πλυτάς και Μιχ. Μανούσκος.

Το καφενείο στους Αμπελόκηπους ονομαζόταν «Λουξ» βρισκόταν στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας, απέναντι από την τότε έπαυλη Θων.

Οι Έλληνες αξιωματούχοι δήλωναν πως η Αθήνα ήταν μια ανοχύρωτη πόλη που δεν είχε την πρόθεση να προβάλει αντίσταση. Ο Γερμανός αντισυνταγματάρχης Φον Σέιμπεν όρισε ουσιαστικά πολιτικούς διοικητές των Αθηνών και του Πειραιά τους δύο δημάρχους, ενώ κατέστησε αιχμάλωτο πολέμου και υπεύθυνο για τυχόν εχθρικές πράξεις τον υποστράτηγο Καβράκο.



Τα γερμανικά στρατεύματα παρελαύνουν στην πρωτεύουσα, με τα «κατάκλειστα σπίτια», όπως έλεγε λίγες ώρες πριν το τελευταίο ραδιοφωνικό μήνυμα της «ελεύθερης ακόμη Αθήνας».

Η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 5:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με τη γερμανική διακοίνωση που είχε επιδοθεί νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή από τον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα, πρίγκιπα Έρμπαχ.

Επιδίδοντας το τελεσίγραφο, ο Έρμπαχ τόνισε στον Κορυζή ότι ο πόλεμος δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη. Ο Κορυζής είπε το δεύτερο ΟΧΙ, αυτή τη φορά στην ιταμή ναζιστική πρόκληση. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας αποτελεί συνέχεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα.

Η γερμανική επίθεση είχε την κωδική ονομασία Μαρίτα και η εντολή για τη σχεδίασή της είχε δοθεί από τον Χίτλερ στις 13 Δεκεμβρίου 1940. Στόχος του Γερμανού δικτάτορα ήταν η βοήθεια προς τον σύμμαχό του Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τους Έλληνες στην Αλβανία και η εξασφάλιση των νώτων του ενόψει της επικείμενης επίθεσής του στη Ρωσία (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). 
 
Το σχέδιο Μαρίτα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, τις μόνες χώρες των Βαλκανίων, μαζί με την Τουρκία, που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα.

Τον διμέτωπο αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ανέλαβε η γερμανική 12η Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Φον Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα. Η χώρα μας παρέταξε 70.000 άνδρες στα οχυρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, καθώς ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις είχαν υπό τον έλεγχό τους τον άξονα Τεμπών - Βερμίου, όμως το κέντρο του μετώπου ήταν ασθενές και η Θεσσαλονίκη ανοχύρωτη πόλη.

Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά (Οχυρά Ρούπελ) στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη. Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.

Τα οχυρά του Ρούπελ είναι ένα φιλόδοξο οχυρωματικό έργο, στα πρότυπα της Γραμμής Μαζινό, που είχε κατασκευαστεί ως ασπίδα αποτροπής του βουλγαρικού κινδύνου. Μεγάλο θαυμασμό και έκπληξη είχαν προκάλεσε στους Γερμανούς επιδρομείς οι κρυφές έξοδοι, χωρίς όμοιες σε άλλη οχύρωση, το σχετικά χαμηλό κόστος και το μικρό διάστημα κατασκευής. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν τα φατνώματα (θυρίδες) των οχυρών πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων και ότι οι Βούλγαροι δεν γνώριζαν τίποτα, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή, η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας.

Οι υπερασπιστές των Οχυρών (Νυμφαία, Εχίνος, Λίσε, Ιστίμπεη, Περιθώρι, Ρούπελ, Πυραμιδοειδές, Παλουριώνες κ.ά.) αμύνθηκαν σθεναρά για τρεις ημέρες στις αλλεπάλληλες επιθέσεις των υπέρτερων γερμανικών δυνάμεων. Κάμφθηκαν μόνο όταν οι τεθωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στα Σκόπια και από την κοιλάδα του Αξιού πέρασαν τα ΕλληνοΓιουγκοσλαβικά σύνορα στις 8 Απριλίου, παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.

Οι υπερασπιστές των οχυρών, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους Έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης Μαρίτα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της Ελληνικής αντίστασης.

Κατά τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.

ΛΙΝΚ



Κυριακή 12 Απριλίου 2020

Σαν σήμερα 12 Απριλίου 1941 οι Ναζί βυθίζουν το πλωτό νοσοκομείο «Αττική»






Ένα από τα πιο στυγερά και αποτρόπαια εγκλήματα των Γερμανών, κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου στην Ελλάδα, διαπράχθηκε κοντά στις ακτές της Άνδρου. Δυστυχώς μέχρι σήμερα έμεινε στο περιθώριο της ιστορίας και δεν τιμωρήθηκε κανείς, παρά το γεγονός ότι όσοι συνήργησαν σε αυτό παρέβησαν όλες τις διεθνείς περί πολέμου συμφωνίες, τις παγκόσμιες ναυτικές παραδόσεις, κάθε νόμο της θάλασσας και κάθε έννοια ανθρωπισμού.



Ανοίγουμε το φάκελο «πλωτό νοσοκομείο Αττική» για να θυμίσουμε εκείνη την άγρια νύχτα της 12ης Απριλίου του 1941 και τα όσα διαδραματίστηκαν στην παραλία του Φελλού, του Πισωλιμνιώνα, της Φάσσας και του Άγιου Σώστη, αλλά και στις ακτές της Εύβοιας.



Το πλωτό νοσοκομείο «Αττική» έπλεε κατάφωτο με τα διακριτικά του Ερυθρού Σταυρού κατακόκκινα στις τσιμινιέρες και τα καταστρώματα, μεταφέροντας τραυματίες από το μέτωπο, νοσοκόμες και γιατρούς. Κατευθυνόταν αργά από την Καβάλα αρχικά στη Σύρο για να αποβιβάσει ιατρικό προσωπικό και στη συνέχεια στον Πειραιά απ’ όπου οι τραυματίες πολεμιστές θα μεταφέρονταν στα νοσοκομεία.



Οι διεθνείς νόμοι και κανονισμοί σε περίοδο εχθροπραξιών είναι σαφείς και κατηγορηματικοί. Ποτέ δεν προσβάλλεται ένα πλοίο που έχει εμφανή σήματα νοσοκομείου, είναι άοπλο και μεταφέρει τραυματίες.



Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής:



«Οι Γερμανοί αεροπόροι βομβάρδισαν προχθές την νύκτα και εβύθισαν πλωτόν νοσοκομείον, την “Αττικήν”, προερχόμενον εκ Μακεδονίας και μεταφέρον ασθενείς και υγειονομικόν προσωπικόν των νοσοκομείων Δράμας και Καβάλας. Η εγκληματική επίθεσις εγένετο την 11:30 νυκτερινήν της προχθές Παρασκευής, παρά τον φανόν “Φάσσα” της Άνδρου».



«Η “Αττική” κυβερνωμένη από τον πλοίαρχον Μελετόπουλον είχε πλεύσει εις Θάσον, όπου εν τω μεταξύ μετεφέρθησαν οι ασθενείς του νοσοκομείου Δράμας και το υγειονομικόν προσωπικόν των νοσοκομείων Δράμας και Καβάλας, ολίγον προ της καταλήψεως από τον γερμανικόν στρατόν των δύο εγκαταλειφθεισών πόλεων. Οι ασθενείς ανήρχοντο εις 11, μετ’ αυτών δε ήσαν 17 υγειονομικοί αξιωματικοί ιατροί, 28 αδελφαί νοσοκόμοι και πλήρωμα 110 ανδρών…»



«Ενώ το πλωτόν νοσοκομείον ευρίσκετο εις το στενόν του Καφηρέως, εδέχθη ανηλεή επίθεσιν εκ μέρους γερμανικού βομβαρδιστικού, το οποίον κατελθόν εις χαμηλότατον ύψος, έρριψεν εναντίον του αλληλοδιαδόχως τρεις βόμβας. Μία εξ αυτών έπληξε την πρώραν της “Αττικής”, προκαλέσασα τον θάνατον αρκετών μελών του πληρώματος, άτινα ευρίσκοντο την στιγμήν εκείνην εις το διαμέρισμά των. Ετέρα βόμβα πεσούσα επί της γεφύρας του σκάφους, κατέστρεψε το παν επ’ αυτού, προκαλέσασα και νέα θύματα. Η τρίτη βόμβα πλήξασα άλλο τμήμα του πλοίου, ολοκλήρωσε την καταστροφή και κατέστησε άμεσον τον κίνδυνο της βυθίσεώς του».



«Κατόπιν τούτου ο πλοίαρχος διέταξε την εγκατάλειψη του σκάφους. Κατεβιβάσθησαν αι σωσίβιοι λέμβοι και ήρχισεν η επιβίβαση όλων των επιβαινόντων, αρχής γενομένης από τους ασθενείς, τας αδελφάς νοσοκόμους και τέλος τους ιατρούς και το πλήρωμα. Τελευταίος εγκατέλειψε το σκάφος ο κυβερνήτης Μελετόπουλος. Το δράμα των ναυαγών επαυξάνατο από την επικρατούσαν σφοδρά θαλασσοταραχή…»



«Το γερμανικό βομβαρδιστικό κατελθόν και πάλιν εις χαμηλό ύψος, άρχισε να βάλλει με το πολυβόλο του κατά των ναυαγών… Εις τον τόπον του ναυαγίου έφθασε το αντιτορπιλικό μας “Κουντουριώτης”, το οποίον παραλαβόν τους ναυαγούς και περισυνέλλεξαν όσους ευρίσκοντο εις την θάλασσαν, μετέφερε αυτούς εις ασφαλές μέρος, οπόθεν ούτοι έφθασαν χθες εις Αθήνας. Εκ του πληρώματος και των επιβατών του πλωτού νοσοκομείου, το οποίον μετά τρίωρων εβυθίσθη, ελλείπουν 23».

Οι παραλίες της Άνδρου γέμισαν από κομματιασμένα πτώματα και συντρίμμια του πλοίου. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών παρακολούθησαν όλη την νύχτα την επίθεση, τον βομβαρδισμό και το έγκλημα. Κι όμως, ποτέ δεν τιμωρήθηκε κανείς…



  • Πηγή: enandro.gr



ΟΜΙΛΙΑ ΚΟΥΡΔΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΙΡΝΙΑΚ ΣΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ





Κούρδος Βουλευτής από Σιρνιάκ τα σέρνει στα ίσια με υπέρμετρο θάρρος και παλικαριά, από το βήμα του Μαϊμού Τουρκικού κοινοβουλίου, στην κυβέρνηση του Ερντογάν, για Έλληνες και Κούρδους.

Το θάρρος του και η παλικαριά του θυμίζουν τον Τούρκο κομμουνιστή ποιητή Ναζιμ Χικμετ και τον Έλληνα κομμουνιστή και αγωνιστή Νίκο Μπελογιάννη.

Τον απειλούν να τον κλείσουν στη φυλακή και να τον σκοτώσουν. Ακούγονται φωνές από τα έδρανα της βουλής που μας θυμίζουν αλήστου μνήμης εποχές.