Τρίτη 14 Ιουλίου 2020

Το «Μαύρο Σάββατο» στις 11 Ιουλίου 1942 παραμένει ένα θλιβερό ορόσημο για την ιστορία της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης,


Στις 11 Ιουλίου 1942 οι γερμανικές αρχές καλούν τους Εβραίους άντρες της Θεσσαλονίκης, με το πρόσχημα της καταγραφής.



Ακολούθησε δημόσιος εξευτελισμός 9000 αντρών μεταξύ 18-45 ετών στην πλατεία Ελευθερίας, γνωστός ως «Μαύρο Σάββατο». Ηταν η απαρχή του εκτοπισμού των Εβραίων της Θεσσαλονίκης προς τον θάνατο.



Οπως έγραψε, μεταξύ άλλων, η Μαρία Καβάλα, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Σπουδών ΑΠΘ, ο προϊστάμενος σύμβουλος της στρατιωτικής διοίκησης στην πόλη, Καρλ Μάρμπαχ διέταξε την επίσημη απογραφή των ικανών για εργασία αρρένων εβραίων (από 18 ώς 45 χρόνων), που θα έπρεπε να δουλέψουν σε στρατιωτικά έργα, τα οποία είχαν αναλάβει οι εταιρείες Μίλερ και Bauleitung και η οργάνωση Todt.



Η διαταγή δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή στις 7 Ιουλίου και επαναδημοσιεύθηκε στη Νέα Ευρώπη λίγο αργότερα. Το Σάββατο 11 Ιουλίου 1942 ξεκίνησε η επιχείρηση. Οι περίπου 7.000 – 9.000 άντρες, που πήγαν να παραλάβουν τις κάρτες εργασίας τους στην πλατεία Ελευθερίας, κατέληξαν να υποβάλλονται σε απάνθρωπη μεταχείριση για ώρες.


«Υποχρέωναν τους άντρες να πηδούν, να κάνουν τούμπες, να κυλιούνται στο έδαφος, να σέρνονται μέσα στη σκόνη και να εκτελούν γελοίες γυμναστικές ασκήσεις […]» γράφει ο Ιάκωβος Χανταλί. Την παραπάνω εικόνα αποτυπώνουν πλήθος γραπτές πηγές και μαρτυρίες αλλά και οι γνωστές φωτογραφίες της επίσημης γερμανικής προπαγάνδας.



Φωτογραφικό υλικό, άγνωστο ώς τώρα, που βρέθηκε στη Γερμανία, ήρθε να ρίξει περισσότερο φως στο Μαύρο Σάββατο. Συγκλονιστικές εικόνες από τη συγκέντρωση για την εγγραφή στα καταναγκαστικά έργα της Ελλάδος, που είχαν επιβάλει οι δυνάμεις κατοχής, περιείχε το προσωπικό άλμπουμ ενός Γερμανού στρατιώτη και μάλιστα μουσικού. Σχεδόν εβδομήντα χρόνια μετά, οι εικόνες που τράβηξε ο ίδιος με τη μηχανή του στην πλατεία Ελευθερίας πριν και μετά την εγγραφή, ήρθαν να προσθέσουν έναν ακόμη κρίκο σ' ένα πικρό κεφάλαιο της εβραϊκής ιστορίας πριν από τη φρίκη της εξόντωσης στα στρατόπεδα Αουσβιτς - Μπιρκενάου.



Τις φωτογραφίες από το «Μαύρο Σάββατο» βρήκε ο Θεσσαλονικιός εβραϊκής καταγωγής Ανδρέας Ασσαέλ, σε γερμανικό παζάρι. Αγόρασε τις φωτογραφίες χωρίς δεύτερη σκέψη κι άρχισε να ξετυλίγει το νήμα από την αρχή. Γύρισε το ρολόι πίσω, έβαλε σε τάξη το υλικό και μαζί μ' αυτό το ημερολόγιο της στρατιωτικής ζωής του Γερμανού μουσικού στην Ελλάδα την περίοδο της Κατοχής.



Μαρτυρίες επισημαίνουν ότι οι συγκεντρωμένοι αφέθηκαν ελεύθεροι χάρη στην παρέμβαση του αντιπροσώπου του βελγικού Ερυθρού Σταυρού, ο οποίος απείλησε ότι θα ενημέρωνε τον στρατάρχη Φον Λιστ, αρχηγό των γερμανικών δυνάμεων στα Βαλκάνια, αν δεν σταματούσε η κακοποίηση. Όλα δείχνουν ότι όσα συνέβαιναν ήταν παράτυπα και αποτελούσαν περισσότερο μία έκφραση δριμύτατου αντισημιτισμού.



Άλλοι θυμούνται ότι οι Γερμανοί ναύτες που κατέβηκαν από ένα κτίριο της πλατείας ήταν εκείνοι που άρχισαν τα «καψόνια» στους συγκεντρωμένους πολίτες. Είναι πιθανό τα βασανιστήρια και η κακοποίηση να προέκυψαν ως ιδέα εκείνη τη στιγμή ή λίγες μέρες νωρίτερα, και μάλιστα σε βάρος του σχεδίου για συγκέντρωση εργατικών χεριών, καθώς δημιουργούσαν εμπόδια για τη συνέχιση της απογραφής ενώ εξαντλούσαν και τρομοκρατούσαν τους μελλοντικούς «εργάτες».



Λίγες μέρες μετά την απογραφή ξεκίνησαν οι κλήσεις για εργασία μέσα από τη δημοσίευση των αριθμών των Ελλήνων εβραίων πολιτών στις εφημερίδες. Ο Ράνγκε φωτογραφίζει από το μπαλκόνι του διαμερίσματός του. Η συγκέντρωση αυτών που θα έφευγαν για τα έργα έγινε στην πλατεία Αριστοτέλους.



Στην ίδια αυτή πλατεία είχαν κάνει μαζί με τους υπόλοιπους Θεσσαλονικείς τόσες φορές τη βόλτα τους· λίγο πιο πάνω από την πλατεία, στην αγορά Μοδιάνο, είχαν περιδιαβεί τόσες φορές ανάμεσα στους πάγκους με τα πολύχρωμα ζαχαρωτά του εβραϊκού Πουρίμ (απόκριες) ενώ άλλες τόσες φορές, τα μεσαία και ανώτερα κυρίως αστικά στρώματα είχαν καλοδεχτεί στα σπίτια τους ομοθρήσκους και χριστιανούς κατά την εβδομάδα του Πάσχα, για να προσφέρουν «μπομπέλος» (τηγανίτες από άζυμα με μέλι και αυγά). Ο κόσμος αυτός τελείωνε τραγικά και οριστικά…



Οι «εργάτες» είναι έτοιμοι να αναχωρήσουν, έχοντας ο καθένας και ένα μικρό μπογαλάκι. Ανάμεσα σε κάθε ομάδα, μερικοί χωροφύλακες για την τήρηση της τάξης. Δεξιά στη γωνία ένας θερινός κινηματογράφος και το λιμάνι με τους πολλούς εβραίους εργάτες, αχθοφόρους και τελωνειακούς στο παρελθόν. Αριστερά διακρίνεται ένα μαύρο γερμανικό αυτοκίνητο, ίσως της ενδιαφερόμενης εταιρείας.

Επιστρατεύθηκαν 3.500 άτομα για καταναγκαστικές εργασίες, 3.000 στην οδοποιία, 500 στην κατασκευή του αεροδρομίου του Σέδες και 34 στα μεταλλεία, ενώ άλλη πηγή αναφέρει ότι ήταν συνολικά 5.000 οι εβραίοι που χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή δρόμων και στην εξόρυξη μεταλλευμάτων μέχρι τον Οκτώβριο του 1942. Σε διάστημα δυόμισι μηνών, ένα ποσοστό τουλάχιστο 12% των ανδρών πέθανε από την ταλαιπωρία.



Η Κοινότητα προσπαθούσε να φέρει πίσω τους ανθρώπους της και, ύστερα από μία σειρά συνομιλιών με τον Μαξ Μέρτεν (που είχε έρθει από τον Αύγουστο στη πόλη), κατέληξε σε συμφωνία πληρωμής 2 δισ. εκατ. δραχμών στη γερμανική διοίκηση, η οποία τα ζήτησε με τη δικαιολογία να αυξηθούν οι μισθοί ώστε να πάρουν Έλληνες χριστιανούς εργάτες και έτσι να αφήσουν τους εβραίους, και τα οποία έπρεπε να καταβληθούν μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.



Το «Μαύρο Σάββατο» παραμένει ένα ορόσημο για την ιστορία της Θεσσαλονίκης, για την ιστορία της εβραϊκής της κοινότητας, για τη δράση των δωσιλογικών αρχών της, για την οικονομική κατοχική ιστορία, για το ζήτημα της «υποχρεωτικής εργασίας» και το ενδιαφέρον για τα εβραϊκά περιουσιακά στοιχεία, για τον φυλετικό αντισημιτισμό και την επίθεση ενάντια την ανθρώπινη προσωπικότητα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου