23 Σεπτεμβρίου 2020
Του Γ. Λακόπουλου
Τον Ιούνιο του 2011 ο τότε Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ήταν σε δύσκολη θέση -λόγω του Μνημονίου. Ένα μεσημέρι, πλησιάζοντας με την πρωθυπουργική λιμουζίνα στο γραφείο του, δέχθηκε φραστική επίθεση από μια ομάδα πολιτών.
Μόλις έφτασε στο Μέγαρο Μαξίμου πήρε στο τηλέφωνο τον Αντώνη Σαμαρά στο σπίτι του στην Κηφισιά και του ζήτησε να… αναλάβει Πρωθυπουργός. Έπεσαν λυτοί και δεμένοι και από τις δυο πλευρές για να μην προχωρήσει η αιφνίδια συγκυβέρνηση.
Εννιά χρόνια από τότε ο Κυριάκος Μητσοτάκης -με τον οποίο μοιάζουν όχι μόνο ως γόνοι, αλλά και ως προς τις μεθόδους και τις πρακτικές ανόδου και διακυβέρνησης – με τον ίδιο περίπου χρόνο στην κυβέρνηση- βρίσκεται στην ίδια δύσκολη θέση. Αλλά συμπεριφέρεται σαν αυτόν έχει πέσει από τον 30ο όροφο και καθώς «περνάει « από τον 15ο σκέφτεται: «Ως εδώ καλά πάμε»!
Δεν πάει. Για πρώτη φορά από την ανάληψη της πρωθυπουργίας βρέθηκε μπροστά σε αυτό που μέχρι τώρα το κόμμα του και οι συνοδοιπόροι του οργάνωνε για τον αντίπαλο του: λαϊκές αποδοκιμασίες.
Η επίσκεψη στην Καρδίτσα υπήρξε τραυματική για τον Πρωθυπουργό. Απέφυγε τα χειρότερα γιατί η αστυνομία κατάφερε να κρατήσει το οργισμένο πλήθος μακριά. Αλλά αυτό που είχε και άκουσε ήταν σαφές: οι πολίτες στρέφονται εναντίον του.
Περίπτωση να τηλεφώνησε στον Αλέξη Τσίπρα και να του πρόσφερε τη θέση του όταν επέστρεψε στην Αθήνα, προφανως δεν υπάρχει.
Αλλά σίγουρα υπάρχει σοκ: στον πραγματικό κόσμο δεν είναι και τόσο αποδεκτός, όσο φροντίζουν να τον εμφανίζουν οι σκηνοθέτες της δημόσιας παρουσίας του.
Ασφαλώς το κατάλαβε, αν δει κανείς το ύφος του στον ελάχιστο χρόνο που κατ’ ανάγκην ήλθε σε επαφή με Καρδιτσιώτες. Το θέμα είναι και αν κατάλαβε τι φταίει, ή κατάπιε το παραμύθι του Πέτσα: «Ήταν όσοι δεν θέλουν τις μάσκες».
Δεν αρέσουν
Όταν το ΠΑΣΟΚ είχε πάρει τα κάτω του στα τέλη της δεκαετίας τού ’80 και οι περισπούδαστες αναλύσεις έδιναν κι έπαιρναν για την αιτία, η μπαρουτοκαπνισμένη Μελίνα Μερκούρη αιφνιδίασε τον Ανδρέα Παπανδρέου δίνοντάς του την εξήγηση της πτώσης, που αναζητούσε: «Ανδρέα, δεν αρέσουμε πια».
Υπάρχει κάποιος δίπλα στον Κυριάκο Μητσοτάκη να του εξηγήσει ότι δεν αρέσει; Ούτε ο ίδιος, ούτε ο Κικίλιας, ο Βρούτσης, η Μενδώνη, η Κεραμέως, ο Βορίδης, ο Άδωνις, ο Μηταράκης, ο Καραμανλής, ο Χρυσοχοΐδης και ο Χαρδαλιάς.
Θα βρεθούν συνεργάτες του να του πουν ότι η κυβέρνηση έχει πάρει την κατιούσα και οι ξαναζεσταμένες «πίτες « των οικείων δημοσκόπων είναι όπως θα έλεγε και η Ακρίτα «πεταμένα λεφτά»;
Θα καταλάβει ότι εισέρχεται νωρίς στη φάση της αποδρομής. Η «πολιτική γιγάντωση» με την οποία τον φιλοφρονούσε ο οικογενειακός πανεπιστημιακός την περασμένη άνοιξη, με αφορμή τον κορονοϊό, ήταν απλώς κολακεία.
Έτσι κι αλλιως ο Κυριάκος δεν «άρεσε» ποτέ, ούτε προκαλούσε ρίγη ως ηγέτης. Η σκηνική παρουσία του υστερούσε, ο λόγος του ήταν ρηχός, οι κινήσεις αδέξιες η απόχρωση της φωνής του ανθρωποδιωκτική. Το «τεχνοκρατικό» κουστούμι του ήταν κομψό, αλλά άβολο.
Έφτασε στην κορυφή -κερδίζοντας τις αρχαιρεσίες στη ΝΔ- ως προϊόν ενός επικοινωνιακού σχεδιασμού που ήλθε ως «κόνσεπτ» από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και υλοποιήθηκε από τον Τάκη Θεoδωρικάκο. Σε συνδυασμό με την παλαιομοδίτικη καμπάνια του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.
Έγινε πρωθυπουργός χάρη στην επιστράτευση λόχων από ίματζ μέικερς, επικοινωνιολόγους, διαφημιστές και δημοσκόπους που τον ψιμυθίωναν και σπίλωναν τον αντίπαλό του. Με την υποστήριξη από μιντιάρχες που ήθελαν να τιμωρήσουν την Τσίπρα, για να εξασφαλίσουν την ατιμωρησία τους.
Συσπείρωσε αβασάνιστα τα πιο τυχοδιωκτικά στοιχεία της χώρας: από τις βδέλλες του δημοσίου χρήματος και τα δανειοβίωτα ΜΜΕ, μέχρι την ακροδεξιά και τους εθνοκάπηλους.
Η κοινωνία απέναντι
Νίκησε, αλλά δεν άρεσε. Όπως είχε γράψει από την επόμενη των εκλογών κιόλα το «Ανοιχτό Παράθυρο» ήταν φανερό ότι «η εκλογή ήταν η τιμωρία του».
Αν εξαιρεθούν οι πρώτοι αμέριμνοι μήνες που κυβερνούσε εκτελώντας τον προϋπολογισμό του Τσίπρα, τίποτε δεν του πήγε καλά.
Από την αρχή του 2020 ήταν φανερή η αποτυχία του, ώστε σχεδίαζε πρόωρες εκλογές για να «κάψει» την απλή αναλογική, προτού προλάβει να ανασυγκροτηθεί ο αντίπαλός του. Ο κορονοϊός και τα ελληνοτουρκικά ανατρέπουν τα σχέδια του.
Η Καρδίτσα ανέτρεψε και την αίσθηση κυριαρχίας του. Στην επόμενη εξόρμηση, όσο σιδερόφρακτη και αν είναι, θα βρει απέναντι την διαμαρτυρόμενη κοινωνία.
Ως τώρα τη βλέπει με τα μάτια των καλοπληρωμένων «τεχνικών της επικοινωνίας» και όσων δεν πέρασαν ούτε έξω από δημόσιο σχολείο ή νοσοκομείο. Ούτε χρειάστηκε ποτέ να ψάξουν για δουλειά, ή να βυθιστούν στην απελπισία γιατί δεν έβγαινε ο μήνας.
Μαζί τους ένα σμήνος προσκολλημένων μετακλητών του «επιτελικού κράτους» και των ΜΜΕ δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι είναι περιούσιος. Με στημένα ακροατήρια, καθ’ υπόδειξη αντιδράσεις τοποθετημένων κατά μήκος των δρόμων που διασχίζει, κλακαδόρους στη Βουλή, ασύδοτες δημοσκοπήσεις, αγιογραφίες γελωτοποιών του βασιλέως.
Αυτοί που κατάφεραν στην Καρδίτσα να τον πλησιάσουν και να τον αποδοκιμάσουν- σε έναν νομό που στις τελευταίες εκλογές το κόμμα του πήρε 45% και ελέγχει την Περιφέρεια και όλους τους Δήμους- είναι η πρωτοπορία της συλλογικής συνειδητοποίησης, που είχε αρχίσει από την Εύβοια, όπου χάθηκαν οκτώ άνθρωποι από μια νεροποντή.
Με τη Καρδίτσα τίποτε δεν θα είναι το ίδιο για τον Πρωθυπουργό. Έχουν συσσωρευθεί τα τραγικά λάθη που κάνει η κυβέρνηση του στην οικονομία, στην αντιμετώπισή της πανδημίας και το μεταναστευτικού, η φαύλη διαχείριση του δημοσίου χρήματος, η αδιαφάνεια και ο αυταρχισμός στη διακυβέρνηση.
Το φως που βλέπουν οι φίλοι του στο βάθος του τούνελ δεν είναι οι προβολείς που κρατούν οι «διανομείς κονδυλίων που έρχονται» της Επιτροπής Πισσαρίδη, αλλά το τρένο της λαϊκής αποδοκιμασίας που έρχεται καταπάνω του.
Στην πραγματικότητα αυτό που φώναζαν στην Καρδίτσα ήταν :
«Ο βασιλιάς είναι γυμνός».
Το φάντασμα του Γεώργιου Παπανδρέου, που έχασε την πρωθυπουργία την επόμενη της ψήφου εμπιστοσύνης που πήρε στη Βουλή, τον στοιχειώνει. Μετά τις «διερευνητικές» στην Κωνσταντινούπολη θα είναι χειρότερα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου