Στο τέλος του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα ο αγροτικός κόσμος της Ελλάδας δίνει σκληρούς αγώνες και ξεσπάει σε εξεγέρσεις διεκδικώντας τη βελτίωση της θέσης και της ζωής των μικρομεσαίων αγροτών και την απαλλοτρίωση και το μοίρασμα των τσιφλικιών στους κολίγους. Στη Πελοπόννησο οι αγρότες μάχονται για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της κρίσης της σταφίδας, με κορύφωση τις αγροτικές εξεγέρσεις στην Αχαΐα και την Ηλεία το 1885, που χτυπήθηκαν με τα όπλα. Στη Θεσσαλία, η οποία πέρασε στο ελληνικό κράτος το 1881, η γη και οι κολίγοι απλώς πέρασαν από τα χέρια του Τούρκου τσιφλικά στα χέρια του Ελληνα.
Για τους κολίγους του θεσσαλικού κάμπου τίποτα δεν άλλαξε. Ο Δημήτριος Μπούσδρας στο βιβλίο του «Η Απελευθέρωσις των Σκλάβων αγροτών» καταγράφει:
«Οι καλλιεργηταί, όπως και πρώτα υποχρεούντο να δίδωσιν εις τον γαιοκτήμονα, το τρίτον ή το ήμισυ των παραγομένων καρπών, ενοίκιο διά την βοσκήν των κτηνών, μέγαν αριθμόν ορνίθων και αμνών, ικανήν ποσότητα τυρού, βουτύρου, καυσοξύλων, αιγών, πεπονιών, χόρτου και αχύρου, να στέλλωσι δε εν θήλυ μέλος, ίνα ζυμώνη και ψήνη το ψωμί της επιστασίας, λείψανον του δικαιώματος της πρώτης νυκτός: Οι τσιφλικούχοι εξουσίαζον το σώμα των γυναικών και των θυγατέρων των κολίγων (…) Κατώκουν (σ.σ. οι κολίγοι) εις τρώγλας και πολλοί συνέτρωγον εν τη αυτή φάτνη με τους όνους των (…)
Οσάκις υπεδέχοντο τον αφέντην επισήμως, γονυπετείς εσύροντο, εκτύπων το χώμα με το μέτωπον τρεις φορές και εφίλουν τον αριστερόν πόδα του. Γενικώς δε ειπείν αι μεγάλαι πιέσεις, αι εξαθλιώσεις και αι αφόρητοι ταπεινώσεις δίκην μαστιγίου, έπληττον τα νώτα και είχον κάμει τους χωρικούς δέκτας ενός επαναστατικού ευαγγελίου…»
Οι αγρότες του Θεσσαλικού κάμπου βρίσκονται σε αναβρασμό. Στην αρχή του 20ου αιώνα ιδρύονται οι πρώτοι αγροτικοί σύλλογοι σε Καρδίτσα, Τρίκαλα και Λάρισα, που οργανώνουν μαζικές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια στις μεγάλες πόλεις. Από το 1906 ο μεγάλος σοσιαλιστής επαναστάτης Μαρίνος Αντύπας οργώνει τη Θεσσαλία ξεσηκώνοντας τους κολίγους να αγωνιστούν για τα δίκια τους και για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Τη δράση του αυτή την πλήρωσε με την ίδια του τη ζωή. Οι τσιφλικάδες τον δολοφονούν, με το πληρωμένο χέρι του επιστάτη Ιωάννη Κυριακού στις 9 Μάρτη 1907. Είχε σπείρει όμως τον σπόρο του αγώνα των αγροτών ενάντια στους τσιφλικάδες.
Στις 6 Μάρτη 1910 οι αγρότες ξεσηκώνονται. Οργανώνουν πανθεσσαλικό συλλαλητήριο στη Λάρισα με αφορμή τη συζήτηση στη Βουλή του Αγροτικού νομοσχεδίου. Από το πρωί άρχισαν να συγκεντρώνονται οι αγρότες από τα γύρω χωριά. Από κοντά κατέφθαναν και στρατιωτικές δυνάμεις.
Στο Κιλελέρ, ένα χωριό κοντά στη Λάρισα, 200 περίπου συγκεντρωμένοι κολίγοι επιχειρούν να ανεβούν στο τρένο, για να πάνε στο συλλαλητήριο. Θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα, για τη μεταφορά στο χώρο της συγκέντρωσης, να ταξιδέψουν δωρεάν και αρνούνται να βγάλουν εισιτήριο. Ο διευθυντής των θεσσαλικών σιδηροδρομικών γραμμών, Α. Πολίτης, που έτυχε να βρίσκεται στο τρένο, διατάζει τους σιδηροδρομικούς να τους κατεβάσουν από το τρένο. Οι κολίγοι, βλέποντας πως υπήρχε στρατός στο τρένο, κατέβηκαν, αλλά ο Πολίτης τούς έβριζε. Οργισμένοι, άρχισαν να διαμαρτύρονται και να πετροβολούν την αμαξοστοιχία, σπάζοντας μερικά τζάμια των βαγονιών.
Το τρένο απομακρύνθηκε. Όμως ένα χιλιόμετρο πιο κάτω, μια άλλη ομάδα 800 αγροτών, με κόκκινες και μαύρες σημαίες, σταματάει το τρένο και οι χωρικοί αξιώνουν να ανεβούν. Ο Α. Πολίτης ζητάει από τον αξιωματικό που ήταν επικεφαλής των στρατιωτών να «προστατεύση την έννομον τάξιν». Αυτός διατάζει τους στρατιώτες να πυροβολήσουν προειδοποιητικά στον αέρα. Αυτό εξαγρίωσε τους διαδηλωτές που άρχισαν να φωνάζουν και να πλησιάζουν το τρένο με άγριες διαθέσεις. Αυτή τη φορά οι στρατιώτες πυροβολούν στο ψαχνό.
Οι δυο πρώτοι αγρότες – ο Νταφούλης και ο Μπόκας – πέφτουν νεκροί κι ένας ακόμη πληγώνεται βαριά. Το τρένο συνεχίζει την πορεία του και φτάνει στο σταθμό του Τσουλάρ (η σημερινή Μελία), όπου είναι μαζεμένοι πολλοί κολίγοι. Σταματάει αλλά και εκεί το πετροβολούν. Οι στρατιώτες ξαναρίχνουν στο ψαχνό. Σκοτώνεται ο Ακριβούλης, ο Μπατάλας τραυματίζεται βαριά κι άλλοι δεκαπέντε κολίγοι ελαφρύτερα.
Όταν έγιναν γνωστές, στη Λάρισα, οι δολοφονικές επιθέσεις του στρατού κατά των κολίγων, αρχίζουν οι έντονες διαμαρτυρίες των συγκεντρωμένων. Οι δυνάμεις καταστολής απαιτούν τη διάλυση της συγκέντρωσης. Οι αγρότες δεν υποχωρούν. Με φωνές και συνθήματα: «κάτω οι τσιφλικάδες» κινούνται προς την πλατεία της πόλης.
Ο υπίλαρχος Χρύσης και ο ανθυπίλαρχος Σκανδάλης διατάζουν πυρ και ο αγρότης Μπάνταρης πέφτει νεκρός. Τραυματίζονται ακόμα ο Γκολέμας και ο Καραμπέρης. Τα θύματα θα ήταν πολύ περισσότερα αν κάποιοι υπαξιωματικοί από το Βόλο και τον Πειραιά, που είχαν προοδευτικές ιδέες, δε ζητούσαν από τους φαντάρους να μη «χτυπάνε στο ψαχνό».
Παρά το χτύπημα με τα όπλα, οι αγρότες φτάνουν στην πλατεία, μπροστά στο ξενοδοχείο «Πανελλήνιον», όπου πραγματοποιείται μεγάλη συγκέντρωση στην οποία εγκρίθηκε ψήφισμα που ζητούσε την απαλλοτρίωση και διανομή των τσιφλικιών, την ενίσχυση του Γεωργικού Ταμείου, ενώ καταδίκασε το χτύπημα των κολίγων από το στρατό και τις δολοφονίες κολίγων.
Στο ψήφισμα που εγκρίθηκε και στάλθηκε τηλεγραφικώς στην κυβέρνηση και στη Βουλή αναφέρεται:
«Απας ο γεωργικός λαός Λαρίσης συνελθών πανοικεί σήμερον Λάρισαν ίνα εκφράση βαθύν πόνον και πικρόν παράπονον διά την υποβολήν και επιψήφισιν του νόμου περί απαλλοτριώσεως των τσιφλικίων και προικοδοτήσεως γενναιοτέρας του Γεωργικού Ταμείου.
Απαιτεί:
α) Την άμεσον επιψήφισιν του νομοσχεδίου περί απαλλοτριώσεως των τσιφλικίων και διανομήν των Ζαππείων κτημάτων.
β) Την γενναιοτέραν προικοδότησιν του Γεωργικού Ταμείου διά της διαθέσεως του όλου φόρου των αροτριώντων κτηνών και παντός ό,τι νομίζει η κυβέρνησις καλύτερον.
γ) Εκφράζει την βαθείαν λύπην και οδύνην του διά την εκ μέρους των αρχών της πολιτείας άδικον επίθεσιν κατά του φιλησύχου και νομοταγούς λαού, ου θύματα υπήρξαν άοπλοι και λευκοί σκλάβοι της Θεσσαλίας».
Μετά το μακελειό της 6ης Μάρτη του 1910 η κυβέρνηση του Στ. Δραγούμη οργάνωσε δίκες κατά των αγροτών. Η μία δίκη για τα αιματηρά γεγονότα στο Κιλελέρ , το Τσουλάρ και τη Λάρισα – με κατηγορούμενους 25 αγρότες και αγροτιστές – έγινε στη Λαμία. Η δεύτερη με κατηγορούμενους 35 αγρότες και αγροτιστές για το συλλαλητήριο της 27ης Φλεβάρη στην Καρδίτσα έγινε στο κακουργιοδικείο της Χαλκίδας. Οι κατηγορούμενοι, όμως, αγρότες αθωώθηκαν. Ο αγώνας τους δεν πήγε χαμένος. Το αγροτικό κίνημα μετά το Κιλελέρ φούντωσε σε όλη την Ελλάδα και λίγα χρόνια αργότερα ο Βενιζέλος αναγκάστηκε να δημοσιεύσει διάταγμα για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών.
Αργότερα άλλαξαν το όνομα του χωριού. Το χωριό σήμερα ονομάζεται Κυψέλη, αλλά στη συνείδηση των Ελλήνων αγροτών παραμένει το Κιλελέρ των αγώνων. Το σύμβολο της μαχόμενης αγροτιάς του τότε και του σήμερα
…………………………………………………………………….
Ποιος ήταν ο Μαρίνος Αντύπας;
Ένας
"παλαβός" Κεφαλλονίτης, από το χωριό Φερεντινάτα που γενήθηκε το
1872.
Ένας "παλαβός" που, αντί να κάνει μποέμικη
φοιτητική ζωή, έφυγε μαζί με άλλους συμφοιτητές του για την Κρήτη, όπου
πολέμησε εθελοντής για την απελευθέρωση της Κρήτης και την ένωσή της με την
Ελλάδα.
Ένας "παλαβός" που, αντί να μάθει πότε να
κρατάει το στόμα του κλειστό, έκατσε έναν χρόνο φυλακή, όταν κατήγγειλε δημόσια
το Παλάτι και τις Μεγάλες Δυνάμεις για την εθνική ταπείνωση του ελληνοτουρκικού
πολέμου του 1897.
Ένας "παλαβός" που, ξαναμπήκε φυλακή, όταν
χαστούκισε τον βουλευτή και μεγαλοτσιφλικά Αγαμέμνονα Σλήμαν, γιο του γνωστού
αρχαιολόγου, επειδή αυτός, μαζί με την ελληνογερμανίδα γυναίκα του αποκαλούσαν
τον Αντύπα «λούμπεν» και «θρασύ», που τολμούσε να περνά από μπροστά τους και να
τους κοιτάζει…
Ένας "παλαβός" που, αντί να τελειώσει τη Νομική
και να περιφέρεται στα καφενεία της Πρωτεύουσας, κάνοντας τον σπουδαίο, τα
παράτησε και γύρισε στο χωριό του, όπου ίδρυσε το Λαϊκόν Αναγνωστήριον «η
Ισότις», ένα «ΛΑΪΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ», όπως έλεγε, για να βοηθήσει στη μόρφωση των
συντοπιτών του.
Ένας "παλαβός" που, αντί να κάτσει στην Αθήνα να
μασουλάει την περιουσία των συγγενών του, πήγε στη Θεσσαλία να αγωνιστεί για τα
δίκαια των φτωχών αγροτών, των κολλίγων, και να σταματήσει την εκμετάλλευση των
τσιφλικάδων.
Εκεί ανέλαβε επιστάτης στα κτήματα του θείου του και
εφάρμοσε προοδευτικά μέτρα όπως η εφαρμογή της αργίας της Κυριακής, η αμοιβή
των κολίγων με το 75% της παραγωγής (αντί του 25% που ίσχυε ως τότε) και την
παραγραφή των χρεών τους.
Ταυτόχρονα συνέχισε να μιλάει σε συγκεντρώσεις στα χωριά
του κάμπου, κινητοποιώντας και οργανώνοντας τους εξαθλιωμένους αγρότες της
Θεσσαλίας.
Οι ενέργειές του αυτές προκάλεσαν το μίσος των
τσιφλικάδων, οι οποίοι προσπάθησαν, στην αρχή, να τον σταματήσουν μέσω
συστάσεων από τη Χωροφυλακή και τη Νομαρχία.
Ένας παλαβός που, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία μόλις 35
ετών, δολοφονημένος από τους μεγαλοτσιφλικάδες της Θεσσαλίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου