Στις 15 - 16 του Μάρτη πραγματοποιείται επιδρομή 2.000 χιτλερικών, ταγματασφαλιτών και χωροφυλάκων κατά του συνοικισμού Καλογρέζα στην Αθήνα. Εκατοντάδες πολίτες συνελήφθησαν, ενώ δεκάδες σπίτια λεηλατήθηκαν ή κάηκαν. Σε μια χαράδρα κοντά στην πλατεία της Καλογρέζας δολοφονήθηκαν 22 κομμουνιστές αντιστασιακοί.
Το Μπλόκο
Η εργατούπολη Νέα Ιωνία των υφαντουργών και των μαχητικών ανθρακωρύχων, επειδή ήταν στην πρωτοπορία των κοινωνικών διεκδικήσεων και της οργανωμένης αντίστασης στους καταχτητές, έχει μπει στο στόχαστρο των καταχτητών και της προδοτικής κυβέρνησης του δοσίλογου πρωθυπουργού Ιωάννου Ράλλη.
Τα οργανωμένα μέλη της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ στη Νέα Ιωνία ανέρχονται σε χιλιάδες. Η αντιπαράθεση μεταξύ των Πατριωτών και των Ελλήνων συνεργατών των χιτλερικών δυνάμεων συνεχώς οξύνεται. Στα λιγνιτωρυχεία οργανώνονται λευκές απεργίες με μείωση της παραγωγής λιγνίτη. Μετά τα γεγονότα του Φθινοπώρου, το χειμώνα του 1943-44 έχει επιβληθεί κλίμα τρομοκρατίας στις περιοχές της Καλογρέζας και της Ν. Ιωνίας από τη Χωροφυλακή, την Ειδική Ασφάλεια και τα Τάγματα Ασφαλείας.
Η Ειδική Ασφάλεια με τους πληροφοριοδότες που διαθέτει συντάσσει καταλόγους ΕΑΜιτών, ΕΠΟΝιτών και κομμουνιστών και ετοιμάζει εκκαθαρίσεις. Η αφορμή δίνεται όταν οι εργάτες των λιγνιτωρυχείων, στις 14 Μαρτίου 1944, καταθέτουν σειρά αιτημάτων προς τη διοίκηση των ορυχείων. Ο επικεφαλής της Ειδικής Ασφάλειας Αλέξανδρος Λάμπου έχει ήδη έτοιμο κατάλογο με τα ονόματα των πρωτοπόρων εργατών και όλων όσων έχουν καταδοθεί πως είναι οργανωμένοι στο Ε.Α.Μ.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας γίνεται σύσκεψη παρουσία του υπουργού Α. Ταβουλάρη, του αρχηγού Χωροφυλακής υποστράτηγου Γκίνου, του Διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Βασιλείου Ντερτιλή και του Γερμανού τοποτηρητή στο υπουργείο. Ο Λάμπου ειδοποιεί τους επικεφαλής των ομάδων του και το βράδυ κινητοποιεί από τριγύρω περιοχές και την Αθήνα μεγάλες δυνάμεις της Χωροφυλακής, Ταγματασφαλιτών και ενόπλων της Ειδικής Ασφάλειας.
Το επόμενο πρωί
οι δυνάμεις αυτές μεταφέρονται με οχήματα και ζώνουν τη Νέα Ιωνία και την
Καλογρέζα. Συμμετέχουν το σύνολο των ανδρών της Ειδικής Ασφάλειας με επικεφαλής
τον Λάμπου, ταγματασφαλίτες με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Νικόλαο
Πλυτζανόπουλο και ομάδες της Χωροφυλακής υπό τον αρχηγό της, υποστράτηγο Γκίνο.
Εισβάλουν σε σπίτια, συλλαμβάνουν τους άνδρες,
τρομοκρατούν γυναίκες και παιδιά, μαζεύουν τους άνδρες που πάνε για την πρωινή
βάρδια στα εργοστάσια. Λεηλατούν σπίτια και μαγαζιά.
Στα λιγνιτωρυχεία, την ώρα που σχολάει η νυχτερινή βάρδια και βγαίνει από τις στοές, τους μαζεύουν όλους και συλλαμβάνουν τους περισσότερους. Τους οδηγούν, μαζί μ’ άλλους άνδρες από την Ελευθερούπολη, τη Σαφράμπολη, το Παναιτώλιο και άλλα σημεία της Νέας Ιωνίας με βρισιές, με κτυπήματα και υπό την απειλή των όπλων, στην πλατεία της εκκλησίας της Ζωοδόχου Πηγής, όπου βρίσκεται το τμήμα Χωροφυλακής της Καλογρέζας.
Καίνε το καφενείο του Βουτσά τόπο συνάντησης των ανδρών της Καλογρέζας, που βρίσκονταν εκεί στην πλατεία. «Οι κουκουλοφόροι κοίταζαν και έμπαιναν ανάμεσα στον κόσμο να δουν ποιοι δεν απαντούσαν παρών όταν άκουγαν τ’ όνομά τους» που φώναζαν οι Ασφαλίτες από τους καταλόγους που κρατούσαν. Εκεί βασανίζουν τον Παναγιώτη Μικρόπουλο που την προηγούμενη μέρα είχε πάει στο διευθυντή του ορυχείου να ζητήσει να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των λιγνιτωρύχων. Του ζητούν να προδώσει συναγωνιστές του, αυτός αρνείται.
Τον απομακρύνουν τον πάνε παρακάτω στο ρέμα και τον εκτελούν. Συνολικά οι χωροφύλακες και οι γερμανοτσολιάδες εκτελούν 22 άνδρες στο ρέμα του Ποδονίφτη που απέχει περίπου 100 μέτρα από την πλατεία όπου είχαν συγκεντρώσει τους άνδρες με ηλικία από 16 έως 60 χρονών. Από τους άνδρες που τελικά συλλαμβάνουν, μεταφέρουν και παραδίνουν 60 περίπου στους Γερμανούς στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου. Ορισμένους η ειδική ασφάλεια τους οδηγεί στη φυλακή Χατζηκώστα στην Καλλιθέα . Αργότερα από το Χαϊδάρι 11 Ιωνιώτες μεταφέρονται σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στη Γερμανία. Το Μπλόκο
Η πρωτοφανής αγριότητα των ομάδων της Ειδικής Ασφάλειας και των Ταγμάτων ασφαλείας καταμαρτυρείται από όλους τους μάρτυρες κατηγορίας, στη δίκη που ακολούθησε, το 1945.
Χαρακτηριστική είναι η παρακάτω κατάθεση της Μαρίας Μαντζαβίνου, της οποίας ο αδελφός Δ. Αργυρόπουλος εκτελέστηκε: «Εις το μπλόκο της Καλογρέζας ήλθαν εις την οικίαν μας και ενήργησαν έρευνα όργανα της Ασφαλείας, χωρίς να εύρουν τίποτε επιβαρυντικόν. Μετ’ ολίγην ώραν πέρασε ένας τσολιάς και πήρε τον αδελφό μου Δημήτριον Αργυρόπουλον, τον μόνον προστάτην μου και τον εξετέλεσαν μαζί με τους άλλους. Εις το μπλόκον της Καλογρέζας ήτο η Ασφάλεια μαζί με τσολιάδες. Επί κεφαλής δε τούτων ήτο ο Λάμπου, όστις και διέταξε την εκτέλεσιν των εκτελεσθέντων.
Ο Λάμπου βαστούσε την εικόναν της Παναγίας και φώναζε: «ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΤΑΓΗΝ ΑΥΤΗΣ ΘΑ ΠΙΩ ΑΙΜΑ!»…
Ο Σπύρος Πασάλογλου περιγράφει ανάλογη εικόνα με τον υποστράτηγο Λάμπου στην πλατεία της Ζωοδόχου Πηγής να κραυγάζει «Η Παναγιά κι ο Χριστός διατάζουν και εγώ εκτελώ, μα, όποιος δεν μαρτυρήσει θα έχει την τύχη του Μικρόπουλου!»
Η Άννα Παρλιαμά στην κατάθεσή της, στη δίκη της Ειδικής Ασφαλείας (Β΄ Ειδικό δικαστήριο Δοσίλογων) χαρακτηριστικά λέει: «Τα όργανα της Ειδικής ήταν χειρότερα και από τους Γερμανούς. Ήταν σκυλιά!».
Το αποτέλεσμα του μπλόκου για το ΕΑΜικό αντιστασιακό κίνημα στη Νέα Ιωνία, την Καλογρέζα και τις γύρω περιοχές ήταν, ο αποδεκατισμός του από τα σημαντικότερα στελέχη του, η κατάρρευση της οργανωτικής του δομής και η σημαντική κάμψη στην απήχηση που έβρισκε στα λαϊκά στρώματα. Η ολοκληρωτική τρομοκρατία των καταχτητών και των συνεργατών τους επικράτησε τους μήνες που ακολούθησαν μέχρι την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12 Οκτωβρίου 1944.
Οι δίκες των εγκληματιών
Η δίκη για τους εγκληματίες της Ειδικής Ασφάλειας ξεκίνησε στις 18 Οκτωβρίου 1945 και τελείωσε στις 13 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, σε ένα εμφυλιοπολεμικό πολιτικό περιβάλλον.
Ο Αλέξανδρος Λάμπου καταδικάστηκε σε θάνατο. Σε επόμενη δίκη για το μπλόκο της Κοκκινιάς που έγινε το 1947 καταδικάστηκε επίσης σε θάνατο. Η ποινή του αργότερα μετατράπηκε σε ισόβια. Αποφυλακίστηκε το 1952. Ο αρχιβασανιστής ανθυπασπιστής της Ειδικής Ασφάλειας Ευσέβιος Παρθενίου, καταδικάστηκε σε ισόβια, αποφυλακίστηκε αργότερα και έγινε μοίραρχος της Χωροφυλακής. Ο ενωματάρχης άνευ θητείας της ειδικής Δημήτριος Κουρεμπανάς, αρχικά αθωώνεται αλλά σε επόμενη δίκη καταδικάζεται σε φυλάκιση 6 ετών.
Ο Νικόλαος Πλυτζανόπουλος, επικεφαλής των Ταγμάτων ασφαλείας στο μπλόκο, αθωώνεται από το Γ` Δικαστήριο δοσίλογων, το Μάρτη του 1947. Κατόπιν έγινε υποστράτηγος του κυβερνητικού στρατού. Ο ανεψιός του διορίστηκε δήμαρχος Νίκαιας (Κοκκινιάς) απ’ τη χούντα το 1967. Οι προϊστάμενοί τους και ηθικοί αυτουργοί, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης υπουργός Εσωτερικών και ασφάλειας δραπέτευσε στην Αυστρία, και ο πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης καταδικάστηκε σε ισόβια δεσμά. Πέθανε από καρκίνο πνεύμονα, στη φυλακή (κατ’ άλλους στο σπίτι του), στις 26 Οκτωβρίου 1946. Οι επικεφαλής των Γερμανικών δυνάμεων κατοχής, ο Walter Schimana συνελήφθη από τους Συμμάχους και αυτοκτόνησε το 1948 πριν παραπεμφθεί σε δίκη και ο Walter Blume της SIPO-SD καταδικάστηκε από το στρατοδικείο της Νυρεμβέργης σε θάνατο για εγκλήματα πολέμου. Η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια, έμεινε στη φυλακή 7 χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου