Με μια έφεση-καταπέλτη η εισαγγελέας
Πρωτοδικών Ρεθύμνου, Μαρία Δημητριάδου
στέλνει ξανά στο εδώλιο τους τρεις
καθηγητές του Πανεπιστημίου Κρήτης,
Κωνσταντίνο Λάβδα, Δημήτρη Κοτρόγιαννο και Μαρία Μενδρινού, οι οποίοι
κατηγορούντο για παράβαση καθήκοντος, στην υπόθεση των παράτυπων
μεταπτυχιακών του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου, υπόθεση
την οποία είχε αναδείξει η εκπομπή «Κουτί της Πανδώρας», το Δεκέμβριο του
2007.
Η ΙΣΤΟΡΊΑ, Ο ΘΆΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΌΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ Η ΑΘΩΩΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ
Τον Αύγουστο του 2005 ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Στέλιος
Αλεξανδρόπουλος ανακάλυψε ότι το σύστημα ένταξης των φοιτητών στο
μεταπτυχιακό πρόγραμμα του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου
είναι διαβλητό, με αποτέλεσμα ορισμένοι φοιτητές, οι οποίοι δεν
πληρούσαν τις προϋποθέσεις, να έχουν επιλεγεί για να συμμετάσχουν σε αυτό. Ο
ίδιος κατήγγειλε το σκάνδαλο και επιχείρησε να το αναδείξει, δέχθηκε
ωστόσο μια άνευ προηγουμένου επίθεση από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου, η
οποία προχώρησε σε πειθαρχική δίωξη εναντίον του, χωρίς μάλιστα να του
δώσει τη δυνατότητα να απολογηθεί. Ο καθηγητής, μην αντέχοντας την πίεση,
«έσβησε» από ανακοπή καρδιάς μέσα στο γραφείο του.
Μετά τον θάνατό του, τρεις πανεπιστημιακοί ανέλαβαν να ερευνήσουν την υπόθεση. Τα πορίσματα
που συνέταξαν οι τρεις καθηγητές κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα. Ότι ο Στέλιος Αλεξανδρόπουλος έπρεπε να κληθεί να υποστηρίξει τις θέσεις του
προτού παραπεμφθεί, ενώ ένας εκ των τριών καθηγητών συμπέραινε ότι : «χωρίς
να υποτιμώνται τα προβλήματα που δημιουργούσε η στάση του Στέλιου
Αλεξανδρόπουλου, η πειθαρχική δίωξη του συναδέλφου τους, στην οποία κατά
δύναμιν συνέβαλαν (σ.σ. οι Λάβδας, Κοτρόγιαννος και Μενδρινού), αλλά και
το ίδιο το περιεχόμενό της, ηχεί περισσότερο ως πράξη εκδικητικότητας ή
προσπάθεια εκφοβισμού, παρά ως μέριμνα να προστατευθεί το κύρος του Τμήματος
και των ιδίων». Το πόρισμα ήταν του πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου
Κρήτης, Γιώργου Γραμματικάκη και εκτός από τις επισημάνσεις του για την
πειθαρχική δίωξη σε βάρος του θανόντος καθηγητή αποκάλυπτε πολλά και
σημαντικά στοιχεία. Ποια ήταν αυτά;
Κωνσταντίνο Λάβδα, Δημήτρη Κοτρόγιαννο και Μαρία Μενδρινού, οι οποίοι
κατηγορούντο για παράβαση καθήκοντος, στην υπόθεση των παράτυπων
μεταπτυχιακών του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου, υπόθεση
την οποία είχε αναδείξει η εκπομπή «Κουτί της Πανδώρας», το Δεκέμβριο του
2007.
Η ΙΣΤΟΡΊΑ, Ο ΘΆΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΌΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ Η ΑΘΩΩΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ
Τον Αύγουστο του 2005 ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Στέλιος
Αλεξανδρόπουλος ανακάλυψε ότι το σύστημα ένταξης των φοιτητών στο
μεταπτυχιακό πρόγραμμα του τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου
είναι διαβλητό, με αποτέλεσμα ορισμένοι φοιτητές, οι οποίοι δεν
πληρούσαν τις προϋποθέσεις, να έχουν επιλεγεί για να συμμετάσχουν σε αυτό. Ο
ίδιος κατήγγειλε το σκάνδαλο και επιχείρησε να το αναδείξει, δέχθηκε
ωστόσο μια άνευ προηγουμένου επίθεση από τη διοίκηση του Πανεπιστημίου, η
οποία προχώρησε σε πειθαρχική δίωξη εναντίον του, χωρίς μάλιστα να του
δώσει τη δυνατότητα να απολογηθεί. Ο καθηγητής, μην αντέχοντας την πίεση,
«έσβησε» από ανακοπή καρδιάς μέσα στο γραφείο του.
Μετά τον θάνατό του, τρεις πανεπιστημιακοί ανέλαβαν να ερευνήσουν την υπόθεση. Τα πορίσματα
που συνέταξαν οι τρεις καθηγητές κατέληγαν στο ίδιο συμπέρασμα. Ότι ο Στέλιος Αλεξανδρόπουλος έπρεπε να κληθεί να υποστηρίξει τις θέσεις του
προτού παραπεμφθεί, ενώ ένας εκ των τριών καθηγητών συμπέραινε ότι : «χωρίς
να υποτιμώνται τα προβλήματα που δημιουργούσε η στάση του Στέλιου
Αλεξανδρόπουλου, η πειθαρχική δίωξη του συναδέλφου τους, στην οποία κατά
δύναμιν συνέβαλαν (σ.σ. οι Λάβδας, Κοτρόγιαννος και Μενδρινού), αλλά και
το ίδιο το περιεχόμενό της, ηχεί περισσότερο ως πράξη εκδικητικότητας ή
προσπάθεια εκφοβισμού, παρά ως μέριμνα να προστατευθεί το κύρος του Τμήματος
και των ιδίων». Το πόρισμα ήταν του πρώην πρύτανη του Πανεπιστημίου
Κρήτης, Γιώργου Γραμματικάκη και εκτός από τις επισημάνσεις του για την
πειθαρχική δίωξη σε βάρος του θανόντος καθηγητή αποκάλυπτε πολλά και
σημαντικά στοιχεία. Ποια ήταν αυτά;
Προσέξτε.
«1. Από τις περιπτώσεις που εξετάσθηκαν διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν βάσιμες
ενδείξεις ευνοίας για πέντε από τους επιτυχόντες στο μεταπτυχιακό
πρόγραμμα, ενώ τρεις άλλοι εμφανίζεται ότι αδικήθηκαν. Όπως αναφέρει
επικουρικά η κυρία Παπαδοπούλου (σ.σ. μια εκ των τριών που ασχολήθηκαν με τη
διερεύνηση της υπόθεσης), οι τέσσερις από τους πέντε ευνοηθέντες είχαν
στενές σχέσεις με ηγετικά στελέχη του συνδικαλιστικού χώρου των φοιτητών.
2. Όπως διαπιστώθηκε, η αρμόδια επιτροπή του προγράμματος δεν έδωσε
ουδέποτε στον καθηγητή τα αναλυτικά στοιχεία βαθμολογίας που ζήτησε.
Παρουσιάζονται όμως εδώ δύο πίνακες αξιολόγησης: Ένας «αναλυτικός» και
ένας «συνοπτικός» πίνακας προεπιλογής που δίνεται τελικά στον Στέλιο
Αλεξανδρόπουλο. Ο πίνακας προεπιλογής υπάρχει μεν στα πρακτικά, αλλά είναι
διαφορετικός από εκείνον που χρησιμοποίησε η επιτροπή.
3. Η υποψία ότι οι ενδείξεις ευνοίας συγκεκριμένων φοιτητών, που
εντοπίσθηκαν στο επίμαχο μεταπτυχιακό πρόγραμμα, συνδέονται με την επίμονη
άρνηση της επιτροπής προεπιλογής να επιτρέψει την πρόσβαση του Στέλιου
Αλεξανδρόπουλου στα αναλυτικά στοιχεία και δεν μπορεί να θεωρηθεί
ολότελα κακόβουλη ή αδικαιολόγητη. Οι λόγοι που ωθούν την επιτροπή
αξιολόγησης να μην παράσχει, έστω και εμπιστευτικά, την αναλυτική
μοριοδότηση, δεν αναφέρονται με σαφήνεια. Τα μέλη της επικαλούνται την
ανάγκη προστασίας των ατομικών δεδομένων των υποψηφίων, ενώ θέτουν και
θέμα εμπιστοσύνης προς την επιτροπή.
4. Η διαδικασία παραπομπής του δρομολογήθηκε ουσιαστικά ερήμην του
άτυχου καθηγητή. Στον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο δεν κοινοποιούνται τα
σχετικά έγγραφα, ούτε οι επικριτικές εναντίον του επιστολές προς τον
πρύτανη που συνέταξαν οι υπεύθυνοι του ιδρύματος για να έχει τη δυνατότητα
απάντησης.
5. Στις παραπομπές των καθηγητών δεν αναφέρεται η αιτούμενη ποινή. Η ύπαρξη
ωστόσο του εσωτερικού κανονισμού οριοθετεί κάπως την κλιμάκωσή τους και
εύλογα αφήνει τις βαρύτερες ποινές στη δικαιοδοσία του Πειθαρχικού
Συμβουλίου. Η συγκεκριμένη πάντως παραπομπή συνοδεύεται από τόσο οξείς
χαρακτηρισμούς για τις ενέργειες του άτυχου καθηγητή, που απέβλεπε ασφαλώς
σε μία από τις βαρύτερες των ποινών, και όχι – όπως εκ των υστέρων
υποστηρίχθηκε – στην ηπιότερη, δηλαδή την επίπληξη.»
Τελικά, οι Κωνσταντίνος Λάβδας, Δημήτρης Κοτρόγιαννος, Μαρία Μενδρινού
και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου την περίοδο κατά την οποία έλαβε χώρα το
σκάνδαλο, Γιάννης Παλλήκαρης παραπέμφθηκαν σε δίκη. Η απόφαση
εξεδόθη στις 12 Φεβρουαρίου και παρά τα σημαντικά στοιχεία τα οποία
παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο, ήταν αθωωτική.
Η ΈΦΕΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΩΣ ΚΑΙ Η ΕΚ ΝΈΟΥ ΔΙΕΡΕΎΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΌΘΕΣΗΣ
Πριν από επτά ημέρες, στις 21 του Φλεβάρη η εισαγγελέας Πρωτοδικών Ρεθύμνου,
Μαρία Δημητριάδου κατέθεσε έφεση επί της αθωωτικής απόφασης , ενώ σήμερα (28/2)
έγινε γνωστό το αιτιολογικό της.
Σύμφωνα με αυτήν λοιπόν, «κατά την ακροαματική διαδικασία αποδείχτηκε
πλήρως ότι οι δύο κατηγορούμενοι Λάβδας και Κοτρόγιαννος είχαν έντονη
ανάμιξη και διασυνδέσεις με τις κομματικές φοιτητικές παρατάξεις της
ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ, παρέμβαιναν διαδικαστικά και οργανωτικά σ’ αυτές,
ενισχύοντας είτε εμφανώς είτε παρασκηνιακά μια συνδιαλλαγή ενόψει
της συμμετοχής των φοιτητικών παρατάξεων στις εκλογικές διαδικασίες
πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων – κοσμητόρων κτλ».
Καταπέλτης είναι η έκθεση της εισαγγελέως και για την καθηγήτρια
Μαρία Μενδρινού, η οποία εξαρχής είχε κατηγορηθεί για συνέργεια στην
παράβαση καθήκοντος. «Χωρίς τη δική της βαθμολόγηση δεν θα κατόρθωναν οι άλλοι
δύο κατηγορούμενοι να βλάψουν τους προαναφερθέντες υποψηφίους», αναφέρει
χαρακτηριστικά η εισαγγελέας.
Τέλος, η κ. Δημητριάδου αποδίδει στους τρεις καθηγητές πρόθεση συγκάλυψης του
θέματος γράφοντας χαρακτηριστικά «με πρόθεση να ωφελήσουν τους εν λόγω
υποψηφίους και να μην αποδειχτεί η έκνομη δράση των ιδίων».
«1. Από τις περιπτώσεις που εξετάσθηκαν διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν βάσιμες
ενδείξεις ευνοίας για πέντε από τους επιτυχόντες στο μεταπτυχιακό
πρόγραμμα, ενώ τρεις άλλοι εμφανίζεται ότι αδικήθηκαν. Όπως αναφέρει
επικουρικά η κυρία Παπαδοπούλου (σ.σ. μια εκ των τριών που ασχολήθηκαν με τη
διερεύνηση της υπόθεσης), οι τέσσερις από τους πέντε ευνοηθέντες είχαν
στενές σχέσεις με ηγετικά στελέχη του συνδικαλιστικού χώρου των φοιτητών.
2. Όπως διαπιστώθηκε, η αρμόδια επιτροπή του προγράμματος δεν έδωσε
ουδέποτε στον καθηγητή τα αναλυτικά στοιχεία βαθμολογίας που ζήτησε.
Παρουσιάζονται όμως εδώ δύο πίνακες αξιολόγησης: Ένας «αναλυτικός» και
ένας «συνοπτικός» πίνακας προεπιλογής που δίνεται τελικά στον Στέλιο
Αλεξανδρόπουλο. Ο πίνακας προεπιλογής υπάρχει μεν στα πρακτικά, αλλά είναι
διαφορετικός από εκείνον που χρησιμοποίησε η επιτροπή.
3. Η υποψία ότι οι ενδείξεις ευνοίας συγκεκριμένων φοιτητών, που
εντοπίσθηκαν στο επίμαχο μεταπτυχιακό πρόγραμμα, συνδέονται με την επίμονη
άρνηση της επιτροπής προεπιλογής να επιτρέψει την πρόσβαση του Στέλιου
Αλεξανδρόπουλου στα αναλυτικά στοιχεία και δεν μπορεί να θεωρηθεί
ολότελα κακόβουλη ή αδικαιολόγητη. Οι λόγοι που ωθούν την επιτροπή
αξιολόγησης να μην παράσχει, έστω και εμπιστευτικά, την αναλυτική
μοριοδότηση, δεν αναφέρονται με σαφήνεια. Τα μέλη της επικαλούνται την
ανάγκη προστασίας των ατομικών δεδομένων των υποψηφίων, ενώ θέτουν και
θέμα εμπιστοσύνης προς την επιτροπή.
4. Η διαδικασία παραπομπής του δρομολογήθηκε ουσιαστικά ερήμην του
άτυχου καθηγητή. Στον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο δεν κοινοποιούνται τα
σχετικά έγγραφα, ούτε οι επικριτικές εναντίον του επιστολές προς τον
πρύτανη που συνέταξαν οι υπεύθυνοι του ιδρύματος για να έχει τη δυνατότητα
απάντησης.
5. Στις παραπομπές των καθηγητών δεν αναφέρεται η αιτούμενη ποινή. Η ύπαρξη
ωστόσο του εσωτερικού κανονισμού οριοθετεί κάπως την κλιμάκωσή τους και
εύλογα αφήνει τις βαρύτερες ποινές στη δικαιοδοσία του Πειθαρχικού
Συμβουλίου. Η συγκεκριμένη πάντως παραπομπή συνοδεύεται από τόσο οξείς
χαρακτηρισμούς για τις ενέργειες του άτυχου καθηγητή, που απέβλεπε ασφαλώς
σε μία από τις βαρύτερες των ποινών, και όχι – όπως εκ των υστέρων
υποστηρίχθηκε – στην ηπιότερη, δηλαδή την επίπληξη.»
Τελικά, οι Κωνσταντίνος Λάβδας, Δημήτρης Κοτρόγιαννος, Μαρία Μενδρινού
και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου την περίοδο κατά την οποία έλαβε χώρα το
σκάνδαλο, Γιάννης Παλλήκαρης παραπέμφθηκαν σε δίκη. Η απόφαση
εξεδόθη στις 12 Φεβρουαρίου και παρά τα σημαντικά στοιχεία τα οποία
παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο, ήταν αθωωτική.
Η ΈΦΕΣΗ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΩΣ ΚΑΙ Η ΕΚ ΝΈΟΥ ΔΙΕΡΕΎΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΌΘΕΣΗΣ
Πριν από επτά ημέρες, στις 21 του Φλεβάρη η εισαγγελέας Πρωτοδικών Ρεθύμνου,
Μαρία Δημητριάδου κατέθεσε έφεση επί της αθωωτικής απόφασης , ενώ σήμερα (28/2)
έγινε γνωστό το αιτιολογικό της.
Σύμφωνα με αυτήν λοιπόν, «κατά την ακροαματική διαδικασία αποδείχτηκε
πλήρως ότι οι δύο κατηγορούμενοι Λάβδας και Κοτρόγιαννος είχαν έντονη
ανάμιξη και διασυνδέσεις με τις κομματικές φοιτητικές παρατάξεις της
ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ, παρέμβαιναν διαδικαστικά και οργανωτικά σ’ αυτές,
ενισχύοντας είτε εμφανώς είτε παρασκηνιακά μια συνδιαλλαγή ενόψει
της συμμετοχής των φοιτητικών παρατάξεων στις εκλογικές διαδικασίες
πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων – κοσμητόρων κτλ».
Καταπέλτης είναι η έκθεση της εισαγγελέως και για την καθηγήτρια
Μαρία Μενδρινού, η οποία εξαρχής είχε κατηγορηθεί για συνέργεια στην
παράβαση καθήκοντος. «Χωρίς τη δική της βαθμολόγηση δεν θα κατόρθωναν οι άλλοι
δύο κατηγορούμενοι να βλάψουν τους προαναφερθέντες υποψηφίους», αναφέρει
χαρακτηριστικά η εισαγγελέας.
Τέλος, η κ. Δημητριάδου αποδίδει στους τρεις καθηγητές πρόθεση συγκάλυψης του
θέματος γράφοντας χαρακτηριστικά «με πρόθεση να ωφελήσουν τους εν λόγω
υποψηφίους και να μην αποδειχτεί η έκνομη δράση των ιδίων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου