Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Πέθανε ο αγωνιστής Νίκος Μπελογιάννης, γιος του «Ανθρώπου με το Γαρύφαλλο» Νίκου Μπελογιάννη



http://www.sophia-ntrekou.gr/2020/10/mpelogiannis-yios.html?fbclid=IwAR3xuIrAqAAvzQPrsRuLGTR_VmVSpyh3FU4JEjitnnzq6sopvnUmcN7DHOI

Στους Μπελογιάννηδες

Χαραυγή κατεπάνω του θανάτου

βάδιζεν η καρδιά σου, Παλικάρι,

λες κι ήταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει

ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.

Μην κλαίτε, μάνες μαυρομαντηλούσες

και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!

Όπου να ’ναι, θα τον νεκραναστήσει

μέγας λαός κι αυτός αναστημένος.

Κ. Βάρναλης «Στους Μπελογιάννηδες» (1965)

Πέθανε σε ηλικία μόλις 68 χρονών στο Λαϊκό Νοσοκομείο μετά από 10 μέρες νοσηλείας,  ο αγωνιστής Νίκος Μπελογιάννης, γιος του εμβληματικού Νίκου Μπελογιάννη του «Ανθρώπου με το Γαρύφαλλο» που εκτελέστηκε το 1952 στο Γουδή και της δημοσιογράφου – συγγραφέα, Έλλης Παππά.

Γεννήθηκε στη φυλακή το 1951, το διάστημα που η μητέρα του, Έλλη Παππά δημοσιογράφος και συγγραφέας, ήταν έγκλειστη ως διακεκριμένο στέλεχος του ΚΚΕ. Έναν χρόνο αργότερα εκτελέστηκε ο πατέρας του, ο «Άνθρωπος με το γαρύφαλλο», Νίκος Μπελογιάννης ενώ η μητέρα του Έλλη Παππά αποφυλακίστηκε το 1964.

Επίσης ήταν ανιψιός της πασίγνωστης συγγραφέα Διδούς Σωτηρίου, με την οποία μάλιστα μεγάλωσε μέχρι τα 12 χρόνια του. 

Σπούδασε στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Είχε διακρίσεις ως στέλεχος του υπουργείου Πολιτισμού στις τεχνικές και στα υλικά συντήρησης των αρχαίων μνημείων, ενώ εδώ και 18 χρόνια εξασκούσε την συγγραφική και αρθρογραφούσε.

Ήταν χημικός μηχανικός και συγγραφέας, ασχολήθηκε με το έργο των γονιών του, καθώς και της θείας του, μέσω επανεκδόσεων, εκδόσεων, επιμελειών και εκδηλώσεων. Ο ίδιος ήταν και συγγραφέας. Μεταξύ άλλων είχε γράψει τα βιβλία «Σταλινισμός: Η τέταρτη μονοθεϊστική θρησκεία» (με την Αγγελική Κώττη) και «Αυτά λοιπόν τα νέα του Αλεξάνδρου. Στιγμιότυπα της μνημονιακής εποχής δεξιάς και αριστεράς».

Ο Νίκος Μπελογιάννης είχε σημαντικό έργο στην προστασία της αρχαιολογικής κληρονομιάς και της συντήρησης των μνημείων, μέσα από το έργο που προσέφερε ως επικεφαλής του Κέντρου Λίθου του υπουργείου Πολιτισμού.

Εργάστηκε στα αναστηλωτικά έργα της Ακρόπολης και σε άλλες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού. Επί πολλά χρόνια και μέχρι τη συνταξιοδότησή του, ήταν επικεφαλής του Κέντρου Λίθου (μονάδα του υπουργείου Πολιτισμού) και διέσχιζε ακάματος την Ελλάδα απ' άκρου εις άκρον για να «θεραπεύει» μνημεία.

Συνεργάστηκε με την «Ελευθεροτυπία» και την ιστοσελίδα «Fragilemag», γράφοντας κείμενα που «έδεναν» την επικαιρότητα, ελληνική και διεθνή, με την Ιστορία, και στα οποία ξεχώριζαν η ευρυμάθεια, το χιούμορ, η ευφυΐα και ο ανθρωπισμός του.

Λόγια του ίδιου

Η ζωή με τη Διδώ Σωτηρίου

Μέναμε σε ένα παλιακό διαμέρισμα πολυκατοικίας του 1937 στην οδό Κοδριγκτώνος- το δώρισε η ίδια στην Εταιρεία Συγγραφέων που στεγάζεται εκεί. Θυμάμαι ένα ευήλιο, ευάερο σπίτι και την Διδώ, που μόνο υποχόνδρια δεν ήταν για τον εαυτό της, να είναι υπερπροστρατευτική μαζί μου. Είχε και το Κόμμα από πάνω της να την ελέγχει αν με μεγαλώνει «σωστά». Με υπεραγαπούσε και από μια ηλικία και έπειτα με είχε συνέχεια μαζί της, σε κομματικές συναντήσεις και διεργασίες. Εκεί κατάλαβα πόσο αγράμματα ήταν πολλά στελέχη του κόμματος, που ποτέ του δε συμπάθησε τους διανοούμενους- εσωκομματικά ο όρος «διανοούμενος» χρησιμοποιούνταν συχνά σαν κατηγορία, ήταν μονίμως ύποπτοι οι πνευματικοί, μορφωμένοι άνθρωποι για ροπή προς τον αστισμό.

Φοιτητής την περίοδο της Χούντας

Μαύρη μαυρίλα ήταν. Γεμάτα χαφιέδες τα πανεπιστήμια- κάποιοι ήταν μπάτσοι, άλλοι ήταν πιο «μυστικοί», φοιτητές που τους είχε προσλάβει η Ασφάλεια, τους ξέραμε βέβαια ποιοι ήταν. Αλλά γινόντουσαν ζυμώσεις, αντικαθεστωτικές, επαναστατικές, με αρχή την προσπάθεια το ‘71 να ξηλωθούν τα διορισμένα από τη Χούντα φοιτητικά συμβούλια και να γίνουν ελεύθερες εκλογές στα πανεπιστήμια. Σε όλες τις Σχολές στις εκλογές του ‘72 έγινε νοθεία, εκτός από τη δική μας και τους Αρχιτέκτονες- σε εμάς ο καθηγητής Νίκος Κουμούτσος, ένας έντιμος και δημοκρατικός άνθρωπος, έκατσε σαν κέρβερος πάνω από την κάλπη και εμπόδιζε τους χαφιέδες να κάνουν τα δικά τους. Στις υπόλοιπες άδειαζαν οι χαφιέδες εν ψυχρώ την κάλπη και άλλαζαν τα ψηφοδέλτια. Την πλήρωσε τη στάση του αυτή με φυλάκιση στο ΕΑΤ- ΕΣΑ.

Προς το ’73 είχαμε αποκτήσει διασυνδέσεις με στελέχη του αντιδικτατορικού «Ρήγα Φεραίου», είχα πάθει κορεσμό από την πολιτική και αυτές οι αντιδικτατορικές ζυμώσεις μου άνοιξαν την όρεξη. Θυμάμαι την περίοδο αυτή των (φοιτητικών) εκλογών που μου έλεγαν οι άλλοι να μείνω λίγο στα μετόπισθεν για να μην δώσουμε πάτημα στην Χούντα να μας καταγγείλει ως «κομμουνιστοκίνητους», το τήρησα, έμεινα μαζί τους αλλά δεν έβγαινα φάτσα φόρα. Αντί για «κόκκινο πανί» έγινα πρακτικογράφος.

Διπλή κηδεία

(χαμογελά) Όχι. Θα σας πω όμως κάτι, μια και με ρωτάτε κάτι τέτοιο. Είχαμε φροντίσει, θυμάμαι, να κάνουμε διπλή πολιτική κηδεία στην Κοκκινιά, στο Γ’ Νεκροταφείο -και του πατέρα μου και της μητέρας μου μαζί- διότι και τον πατέρα μου τον είχαν πετάξει σ’ ένα λάκκο, μετά από τρία χρόνια πήγε η μάνα του, τον ξέθαψε και τον έθαψε στον τάφο που είναι σήμερα, οπότε ουσιαστικά δεν είχε κηδευτεί ποτέ. Στο ΚΚΕ δεν ήξεραν ότι θα τον κηδεύαμε εμείς – μαζί με την κηδεία της μητέρας μου. Και βγάλανε φιρμάνι να μην πατήσει κανείς! Βάλανε στα ψιλά «κηδεύεται σήμερα η Έλλη Παππά», χωρίς τόπο, χωρίς χρόνο, χωρίς τίποτα. Μας ήρθε πολύ ωραία αυτό και διαρρεύσαμε εντέχνως ότι θα κηδευτεί πλάι στον σύντροφό της. Στην κηδεία, λοιπόν, εμφανίζεται ένα στεφάνι, με κατακόκκινη κορδέλα και χρυσά γράμματα «η κεντρική επιτροπή του ΚΚΕ», που είχε, όμως, άσπρα χρυσάνθεμα – σημειολογία του σταλινισμού, ότι η Έλλη, ως ρεβιζιονίστρια, ήταν ανάξια να έχει κόκκινα γαρίφαλα. Από τότε, λοιπόν, σε κάθε επέτειο θανάτου της Έλλης, στις 27 Οκτωβρίου, της πηγαίνω άσπρα χρυσάνθεμα. Για να της υπενθυμίζω πόσο αφελής υπήρξε που δεν υποψιάστηκε ότι επρόκειτο για έναν στυγνό κομματικό μηχανισμό! Και για να το θυμάμαι κι εγώ.

 

Σε συνέντευξή του ο Νίκος Μπελογιάννης είχε πει: Γνώριζα πως η πολιτική είναι σκέτη μπόχα. Όπως επίσης δεν ήθελα να ασχοληθώ ούτε με τη συγγραφή, ούτε με τη δημοσιογραφία – για να μη γίνονται συγκρίσεις. Κι έτσι έγινα χημικός μηχανικός. Ό,τι κι αν έλεγαν οι διάφορες θείτσες, του τύπου «παιδάκι μου, να γίνεις σαν τον πατέρα σου και να τον ξεπεράσεις!», εγώ δεν υπήρχε περίπτωση να τις ακούσω. Εννοώντας όλων των ειδών τις «θείτσες».

Για το βαρύ όνομά του: «Όταν ο πατέρας πεθάνει πριν από τη βάφτιση του παιδιού, το ‘χουμε να βαφτίζεται το παιδί με τ’ όνομά του. Κανονικά, είχε πει ο ίδιος, ήθελε να με βγάλουνε «Βίκτωρα». Αλλά η γιαγιά μου, η μάνα του, είχε πει «όχι, το παιδί θα βγει Νίκος!»… Στη δεκαετία του ’60 ήτανε «πρόβλημα» το όνομα Νίκος Μπελογιάννης , με τους χαφιέδες έξω απ’ το σπίτι να παρακολουθούν. Στο σχολείο, άλλοι καθηγητές με κατατρέχανε, άλλοι έδειχναν πως συμπαραστέκονται. Μετά ήρθε η Χούντα και εκεί ήταν ένα γερό πρόβλημα. Κι ύστερα, έγινε το ανάποδο – ξεκίνησαν οι πιέσεις απ’ τ’ Αριστερά: «Παιδάκι μου, να γίνεις σαν τον πατέρα σου!». Μιλάμε για γερές πιέσεις από τον Περισσό, στις οποίες δεν υπήρχε περίπτωση να ανταποκριθώ, γιατί είχα ξεκαθαρίσει τη θέση μου απέναντί τους – δεν ήθελα ούτε να τους ξέρω!».

Για τον πατέρα του, όπως του τον περιέγραφαν η μητέρα και η θεία του είχε πει: «Ήταν ο διανοούμενος της Αριστεράς, το πιο φωτισμένο πνεύμα, που απλώς προέτρεξε της εποχής του πάρα πολύ. Και, φυσικά, ήταν ανεπιθύμητος σε όλους γι’ αυτόν το λόγο – και στη Δεξιά και στην Αριστερά».

Ο Νίκος Μπελογιάννης (Αμαλιάδα, 22 Δεκεμβρίου 1915 – Γουδή Αττικής, 30 Μαρτίου 1952) ήταν Έλληνας αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης κατά των Γερμανών, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και στέλεχος του ΔΣΕ. Εκτελέστηκε το 1952 με την κατηγορία της κατασκοπείας. 

Η δίκη του που έμεινε στην ιστορία ως «υπόθεση Μπελογιάννη» και η εκτέλεσή του, έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα και προκάλεσαν διεθνείς αντιδράσεις, αποτελώντας παράδειγμα για την σκληρότητα των μετεμφυλιακών αντικομμουνιστικών διώξεων. Έμεινε γνωστός στην Ιστορία ως «Ο Άνθρωπος με το γαρύφαλλο».

Η δίκη και η εκτέλεση του Μπελογιάννη συνέβησαν την περίοδο που ο τότε πρωθυπουργός, στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, επιχειρούσε να επιβάλει πολιτική εθνικής συμφιλίωσης. Στο πρόγραμμά του ήταν η απελευθέρωση των εκτοπισμένων και των πολιτικών κρατουμένων και ενδεχομένως ακόμα και η νομιμοποίηση του ΚΚΕ. 

Η ενεργοποίηση όμως του νόμου περί κατασκοπείας και η καταδίκη του Μπελογιάννη ώθησαν τα πράγματα στα άκρα, αποκαλύπτοντας έτσι ότι η όλη υπόθεση υποκινήθηκε από ανώτερους αξιωματικούς, ΙΔΕΑτες έτσι ώστε να τορπιλιστεί η πολιτική Πλαστήρα. 

Ο ίδιος ο Πλαστήρας φέρεται να ήταν αντίθετος στις εκτελέσεις, όμως ήταν μόνος και άρρωστος, (οι άλλοι δύο πολιτικοί αρχηγοί του Κέντρου, Σοφοκλής Βενιζέλος και Γεώργιος Παπανδρέου, τάχθηκαν υπέρ των εκτελέσεων, γεγονός που στιγμάτισε τις σχέσεις τους με την Αριστερά μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και κήρυξη του Ανένδοτου Αγώνα). 

Επίσημα όμως διέψευσε ότι δεν ήταν κύριος της κατάστασης και ότι οι εκτελέσεις έγιναν χωρίς την έγκρισή του. Η εκτέλεση Μπελογιάννη κατάφερε πλήγμα στην αξιοπιστία της κεντρώας κυβέρνησης, η οποία σε ένα από τα βασικά της συνθήματα, την ειρήνευση, φάνηκε ανακόλουθη. Συνιστούσε μια «...απότομη οπισθοδρόμηση στις πρακτικές του Εμφυλίου Πολέμου...» από μια κυβέρνηση που ταυτόχρονα προωθούσε τα μέτρα ειρήνευσης και από ένα πρωθυπουργό που δεν είχε διστάσει να παραιτηθεί τον Αύγουστο του 1950, υποστηρίζοντας την κατάργηση της θανατικής ποινής.

Με τον θάνατό του ο Μπελογιάννης έγινε ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες της ελληνικής Αριστεράς. Λίγες μέρες μετά την εκτέλεση το όνομά του δόθηκε σε πλατείες και δρόμους σε διάφορες σοσιαλιστικές χώρες, καθώς και σε χωριό στην Ουγγαρία που στέγαζε Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Το χωριό Μπελογιάννης υπάρχει μέχρι σήμερα.

Πολύ σημαντικό στοιχείο για τη δίκη του είναι ότι ο Μπελογιάννης κατάφερε να την μεταστρέψει ενάντια των κατηγόρων του με την ιστορική του απολογία. Ανάμεσα σε άλλα είπε: «ο λόγος που δικάζομαι είναι η ιδιότητα μου ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ» καθώς και ότι «οι κομμουνιστές που τους καταδικάζουν ως προδότες δώσανε το αίμα τους για το ψωμί και τις ελευθερίες του Λαού. Αγωνιστήκαμε δίχως να γνωρίσουμε ύπνο για να προφτάσουμε την Αυγή και το Αύριο, και να δημιουργήσουμε νέους χρόνους και εποχές, στο μπόι των ονείρων μας, στο μπόι των ανθρώπων!».

Κ. Βάρναλη, ποίημα «Στους Μπελογιάννηδες» 

από την ποιητική συλλογή Ελεύθερος κόσμος (1965)

Στους Μπελογιάννηδες

Χαραυγή κατεπάνω του θανάτου

βάδιζεν η καρδιά σου, Παλικάρι,

λες κι ήταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει

ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη.

Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου,

το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει.

Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα,

η προδοσιά χορεύοντας σε φτυούσε.

Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν

να κρατάνε για τον οχτρό ντουφέκι

και γαρούφαλο για το μαύρο Νόμο,

σε βάλανε σημάδ’ οι πλερωμένοι,

οι αρματολόγοι το χεροδεμένο,

τον Έναν οι πολλοί, τον άντρα οι φούστες,

οι τρίδουλοι το λεύτερο κι η λάσπη

τον πρωτανθό της Αρετής, Εσένα!

Δεν έχεις τάφο, αλλ’ όπου ηλιοβολιέται

γαρούφαλο στητό κι όπου βροντάει

καριοφίλι της λευτεριάς, ολόρθον

η Μούσα σε φιλεί κι ο Μακρυγιάννης.

Δεν έχεις κι όνομα. Οι μαύροι το μαυρίσανε.

Μα το λένε στη ρεματιά τ’ αηδόνια,

οι ανέμοι στα πλατάνια και στα ελάτια

και τα νερά σε θάλασσα και βρύσες.

Μην κλαίτε, μάνες μαυρομαντηλούσες

και συ, Μεγάλη Μάνα των μανάδων!

Όπου να ’ναι, θα τον νεκραναστήσει

μέγας λαός κι αυτός αναστημένος.


 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου