Όπως συχνά συμβαίνει με κάθε εμπόλεμη ζώνη, η ακριβής εικόνα που έχει ο κάθε πολίτης εξαρτάται από τα ΜΜΕ που «καταναλώνει». Στον πόλεμο στην Ουκρανία, ο ρόλος της προπαγάνδας είναι να χρησιμεύει σαν διεγερτικό.
Από τον Βασίλη Γαλούπη
Από την πλευρά της Ρωσίας, ο πόλεμος αποκαλείται «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» που αποτελεί μέρος μιας μεγαλύτερης σύγκρουσης για την υπεράσπιση της Ρωσίας, την οποία συστηματικά υπονομεύει η Δύση. Από την πλευρά της Ουκρανίας, ο στόχος είναι να κινητοποιήσει τη Δύση και να την πείσει ότι πάση θυσία πρέπει να εμπλακεί ενεργά στον μέγιστο βαθμό.
Όμως, εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με τις συνήθεις πρακτικές, όπως να υπερτονίζονται οι νίκες και να υποβαθμίζονται οι δυσκολίες. Η προπαγάνδα που προέρχεται από την Ουκρανία φτάνει σε τέτοια σημεία αυξανόμενης υστερίας, όπου οι φρικαλεότητες ξεπερνούν την πιο νοσηρή φαντασία. Σε τέτοιον βαθμό ώστε, μετά τη σκόνη που σηκώθηκε, να αντιδράσει ακόμα και το ουκρανικό Κοινοβούλιο.
Κατά το σύστημα Ζελένσκι, αυτό που επικοινωνείται στη Δύση πρέπει να είναι τόσο «δυνατό» ώστε να κρατάει την Ουκρανία στην κορυφή της ειδησεογραφίας κάθε μέρα. Πιέζοντας, έτσι, για αντιδράσεις, από κορύφωση των κυρώσεων μέχρι την εντατικοποίηση αποστολών όπλων από άλλα κράτη.
Με τις χώρες της Ε.Ε. να έχουν μπλοκάρει κάθε πρόσβαση στα ρωσικά ΜΜΕ, η εικόνα που παίρνουμε στην Ευρώπη από την Ουκρανία είναι μονοδιάστατη. Εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τις δηλώσεις, τις εκθέσεις και τα βίντεο που δίνουν ή επιτρέπουν οι αξιωματούχοι του Κιέβου. Και, στη συνέχεια, από την επιβεβαίωση που κάνουν (ή δεν κάνουν) τα δημοσιογραφικά Μέσα προτού κάνουν την αναπαραγωγή. Στην εποχή μας, όμως, και μόνο η απλή επανάληψη μιας πληροφορίας μπορεί να την κάνει να φαίνεται πιστευτή.
Το ρίσκο με αυτή την τακτική των ανθρώπων του Ζελένσκι ήταν εξαρχής ένα: Αν αποδειχθούν ψεύτικες κάποιες από τις σοκαριστικές πληροφορίες από την Ουκρανία, τότε μπορεί να αμφισβητούνται όλα τα «γεγονότα» που φτάνουν στη Δύση από τη δεξαμενή ειδήσεων του Κιέβου. Κι έτσι να μη δίνεται πια η δέουσα σημασία ακόμα και σε πραγματικές πτυχές που πρέπει να αναδειχθούν.
«Σεισμός»
Πριν από λίγες ημέρες το επικοινωνιακό οικοδόμημα της Ουκρανίας κατέρρευσε. Η Λουντμίλα Ντενίσοβα, επίτροπος της Ουκρανίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και έμπιστη του Ζελένσκι, εκδιώχθηκε από τη θέση της μετά τον σάλο που προκλήθηκε επειδή οι δημόσιες τοποθετήσεις της και οι εκθέσεις που συνέτασσε περί φρικαλέων εγκλημάτων των Ρώσων ήταν ψέματα και κατασκευασμένα fake news από την ίδια, με στόχο τον εντυπωσιασμό του δυτικού κοινού κι εν τέλει την παραπλάνησή του.
Έπειτα από όσα αποκαλύφθηκαν, η πλειοψηφία των Ουκρανών βουλευτών από διαφορετικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του κυβερνώντος κόμματος Ζελένσκι, αναγκάστηκε, μέσω ψήφου δυσπιστίας, στην απομάκρυνση της Ντενίσοβα.
Η πρώην υπουργός είχε σημαντικότατες εξουσίες, απ’ το να επιβλέπει τις ανταλλαγές κρατουμένων μέχρι να αποτελεί τη φωνή της Ουκρανίας στα ξένα Μέσα και τους διεθνείς οργανισμούς. Κανονικά η θητεία της έληγε τον επόμενο χρόνο. Ήταν μία από τις κορυφαίες αξιωματούχους της Ουκρανίας, με διαρκείς εμφανίσεις σε δημοσιογραφικά Μέσα και μια ατέλειωτη ροή αναρτήσεων στα social media. Αποτελούσε τη βασική πηγή πληροφόρησης στα διεθνή ΜΜΕ για τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας.
Να σημειωθεί ότι ούτε το Ουκρανικό Σύνταγμα ούτε κάποια άλλη νομοθεσία επιτρέπουν την πρόωρη απόλυση από το αξίωμά της. Για να τη διώξουν, οι Ουκρανοί βουλευτές έκαναν χρήση του στρατιωτικού νόμου που επιτρέπει την απομάκρυνση όλων των διορισθέντων.
Η Ντενίσοβα ήταν η ανώτατη αξιωματούχος που έδωσε στα ΜΜΕ τις ιστορίες για κινητά κρεματόρια των Ρώσων, στρατόπεδα συγκέντρωσης, μαζικές απαγωγές παιδιών, συστηματικούς βιασμούς βρεφών και άλλες «ειδήσεις» περί φρικαλεοτήτων που είδαν το φως σε σχεδόν όλα τα Μέσα του κόσμου. «Πηγή» του… ρεπορτάζ τους ήταν η Ντενίσοβα!
Το ανησυχητικό είναι ότι οι αναφορές της Ντενίσοβα υιοθετήθηκαν άκριτα και αναπαρήχθησαν ως «γεγονότα» από πολλά δυτικά Μέσα, συμπεριλαμβανομένων, δυστυχώς, και αυτών της χώρας μας.
Την πάτησαν και οι «New York Times»
Χαρακτηριστικό των ιστοριών που κυκλοφορούσε η Ντενίσοβα, με το πράσινο φως του Κιέβου, ήταν τα σεξουαλικά βασανιστήρια. Συχνά τόσο απάνθρωπα και ειδεχθή, που έσφιγγαν το στομάχι κάθε φυσιολογικού ανθρώπου.
Η Ντενίσοβα ήταν πίσω από τους ισχυρισμούς για Ρώσους που «βίασαν 11χρονο αγόρι, ενώ ανάγκαζαν τη μητέρα του να παρακολουθεί» ή για στρατιώτες της Ρωσίας που «βίασαν νεογέννητο βρέφος με κουτάλι». Οι ανατριχιαστικές αναφορές έκαναν τον γύρο όλων των καναλιών και προκάλεσαν καταιγισμό από «κλικ» στα sites.
Στις 29 Απριλίου, οι «New York Times» φιλοξενούσαν μακροσκελές άρθρο-αφιέρωμα στη «Λουντμίλα Ντενίσοβα, κορυφαία αξιωματούχο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ουκρανίας» και τις αποκαλύψεις της: Για περιπτώσεις «ομαδικών βιασμών σε γυναίκες που τις αφήνουν σοβαρά τραυματισμένες. Τις βιάζουν μέχρι να μην μπορούν πια να γεννήσουν. Αυτό σημαίνει ότι θέλουν να καταστρέψουν το ουκρανικό έθνος. Κι όταν σκοτώνουν παιδιά, αυτό σημαίνει ότι δεν θέλουν το έθνος μας να υπάρχει. Τώρα υποστηρίζουμε ότι αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ως έγκλημα γενοκτονίας».
Η Ουκρανή πολιτικός είπε ότι είχε καταγράψει φρικτές περιπτώσεις σεξουαλικής βίας από ρωσικά στρατεύματα στην Μπούτσα και άλλα μέρη. Σε ένα από αυτά τα περιστατικά, «μια ομάδα γυναικών και κοριτσιών κρατήθηκε σε ένα υπόγειο ενός σπιτιού για 25 ημέρες, εννέα από αυτές είναι τώρα έγκυοι», έλεγε.
«Εγώ η ίδια ήμουν στην Μπούτσα και τα είδα όλα με τα μάτια μου», δήλωνε η Ντενίσοβα στους «New York Times», αν και βουλευτής του κόμματος Ζελένσκι έχει αποκαλύψει ότι από την αρχή της εισβολής η Ουκρανή πολιτικός βρίσκεται σε δυτική χώρα. Όμως, η «είδηση» για την Μπούτσα έκανε αμέσως τον γύρο των διεθνών ΜΜΕ, όπως «Newsweek», «Times», Business Insider, κ.ά.
Τα Μέσα αναπαρήγαγαν άκριτα τους ισχυρισμούς της Ντενίσοβα για θηριωδίες ως δημοσιογραφικά ρεπορτάζ. Από το BBC μέχρι το Politico, το όνομα της Ντενίσοβα φιγουράριζε ως το σύμβολο του αγώνα της Ουκρανίας κατά των εγκλημάτων πολέμου από τους Ρώσους.
Τα ψέματα που παπαγάλιζαν τα μέσα ενημέρωσης
Οι πληροφορίες από την ουκρανική κυβέρνηση, δηλαδή την Ντενίσοβα, υιοθετούνταν με τυφλή πίστη κι από σχεδόν το σύνολο των ελληνικών Μέσων που παπαγάλιζαν αυτούς τους αδιευκρίνιστους ισχυρισμούς, όπως η ιστορία για δύο Ρώσους στρατιώτες που βίασαν μέχρι θανάτου μωρό ενός έτους.
Τα φρικαλέα fake news της Ντενίσοβα δεν διασταυρώθηκαν ποτέ από κανένα ελληνικό Μέσο, όπως κι από τα διεθνή. Τα ψέματα που πάσαρε η Ουκρανή πολιτικός παρουσιάζονταν, με πάθος, ως «είδηση» που δεν αμφισβητείται.
Εκατοντάδες δυτικά και ελληνικά Μέσα δημοσίευαν ρεπορτάζ για τα οποία η μοναδική πηγή ήταν μια ανάρτηση που έκανε η Ντενίσοβα σε επίσημο ιστότοπο της ουκρανικής κυβέρνησης. Τα λεγόμενα της Ντενίσοβα δεν υποστηρίζονταν από στοιχεία, αλλά πάντα γίνονταν πιστευτά. Στο τέλος η Ουκρανή κατέληγε με την έκκληση για περισσότερα όπλα και κυρώσεις κατά της Ρωσίας από τις δυτικές χώρες.
Μία από τις αναρτήσεις της Ντενίσοβα κατήγγειλε εφιαλτικά δήθεν εγκλήματα Ρώσων στην Ουκρανία, όπως:
«Τρίδυμα εννιάχρονα κορίτσια βιάστηκαν και τραυματίστηκαν σοβαρά».
«Βίασαν εννιάχρονο κορίτσι με κερί, μπροστά στη μητέρα του».
«Μωρό ενός έτους βιάστηκε μέχρι θανάτου από δύο Ρώσους».
«Βίασαν 78χρονους άνδρες».
Η ανάρτηση έκλεινε με την εξής φράση της επιτρόπου της Ουκρανίας: «Καλώ τους εταίρους μας σε όλον τον κόσμο να αυξήσουν την πίεση των κυρώσεων στη Ρωσία και να παράσχουν στην Ουκρανία επιθετικά όπλα». Η Ελλάδα είναι μία από τις πρώτες χώρες που έστειλε -και συνεχίζει να στέλνει- όπλα στο Κίεβο.
Στις 20 Απριλίου όλα τα ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ αναπαρήγαγαν τη σοκαριστική «είδηση» ότι «ένα αγοράκι μόλις ενός έτους πέθανε έπειτα από βιασμό από Ρώσους στρατιώτες, οι οποίοι επιτέθηκαν επίσης σε τρίδυμα κορίτσια εννέα ετών μπροστά στη μητέρα τους στο Χάρκοβο».
Την «είδηση» παρουσίασε η «Daily Mail». Το βρετανικό Μέσο βασίστηκε για το… ρεπορτάζ στην έκθεση που συντάχθηκε από τη Λουντμίλα Ντενίσοβα! Η έκθεση «ανέβηκε» και στο Twitter του ουκρανικού Υπουργείου Άμυνας. Μάλιστα, τόσο ο Ζελένσκι όσο και ο ΥΠΕΞ Κουλέμπα έχουν κάνει κι αυτοί δηλώσεις περί βιασμών παιδιών από Ρώσους.
Με το να υιοθετούν και να αναπαράγουν πληροφορίες χωρίς επιβεβαίωση τα Μέσα ουσιαστικά έγιναν αρωγοί σε μια προπαγάνδα θηριωδίας. Είτε λόγω δημοσιογραφικής αμέλειας κι ανεπάρκειας είτε επειδή τα «στοιχεία» εξυπηρετούσαν συγκεκριμένα αφηγήματα.
Η καταγγελία που γκρέμισε τη μηχανή εξαπάτησης
Οι υποψίες για την Ντενίσοβα τόσο από το εσωτερικό της Ουκρανίας όσο και από το εξωτερικό δεν άργησαν. Ο αντιπρόεδρος της κανονιστικής επιτροπής της ουκρανικής Βουλής και βουλευτής του κόμματος Ζελένσκι, Πάβελ Φρόλοφ, κατηγόρησε την Ντενίσοβα ότι είχε επικεντρωθεί υπερβολικά στην επικοινωνία με media και στην περιγραφή εγκλημάτων με σεξουαλικά κίνητρα με αδικαιολόγητες λεπτομέρειες, καθώς και του βιασμού παιδιών.
Εγκλήματα που δεν έχουν επαληθευτεί, «γεγονός που βλάπτει τη φήμη της Ουκρανίας και αποσπά την προσοχή των ΜΜΕ από άλλα, αποδεδειγμένα εγκλήματα». «Αντί να ταξιδέψει στη Ρωσία ή τη Λευκορωσία για να απελευθερώσει Ουκρανούς αιχμαλώτους», είπε ο Φρόλοφ, η Ντενίσοβα μετά τη ρωσική εισβολή «διέμενε στη ζεστή, ειρηνική δυτική Ευρώπη». Σύμφωνα με τη Βουλή της Ουκρανίας, η δράση της επιτρόπου είχε σαν αποτέλεσμα «να βλάψει την Ουκρανία αποσπώντας την προσοχή των διεθνών ΜΜΕ από τις πραγματικές ανάγκες της χώρας».
Τον σημαντικότερο ρόλο στην απόφαση της ουκρανικής Βουλής για να εκδιώξει την Ντενίσοβα φαίνεται ότι έπαιξε η προσφυγή κατά της Επιτρόπου, που κατατέθηκε στις 25 Μαΐου και υπογράφηκε από περίπου 140 δημοσιογράφους, δικηγόρους, καθηγητές και δημοσιογραφικές ενώσεις της χώρας, ανάμεσά τους και μία παραγωγός των «New York Times».
Η καταγγελία καλούσε την Ντενίσοβα «να δημοσιοποιεί πληροφορίες μόνο για περιπτώσεις σεξουαλικής βίας για τις οποίες υπάρχουν επαρκή στοιχεία και να δίνει προσοχή στην κάθε λέξη που χρησιμοποιεί, ώστε να αποφευχθούν δηλώσεις που εγείρουν το συναίσθημα και τη νοσηρή περιέργεια».
Στην προσφυγή επισημαίνεται ότι «τα σεξουαλικά εγκλήματα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως υλικό για να φουντώσουν τα συναισθήματα του κοινού» και τονίζεται ότι «κάθε πληροφορία που δημοσιεύεται από την επίτροπο ή το γραφείο της έχει το στάτους επαληθευμένων γεγονότων». Άρα «είναι πολύ σημαντικό να επαληθεύονται πραγματικά οι πληροφορίες για τα σεξουαλικά εγκλήματα των εισβολέων. Για παιδιά που έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά από τον ρωσικό στρατό και πέθαναν, η επίσημη δημόσια επικοινωνία θα πρέπει να περιλαμβάνει ιατροδικαστικά ευρήματα».
Σύμφωνα με την ιταλική «La Repubblica», ο Ζελένσκι ήταν αυτός που τελικά ζήτησε την απόλυση της Ντενίσοβα. Προφανώς μέχρι κι ο Ουκρανός πρόεδρος συνειδητοποίησε ότι τα νοσηρής λεπτομέρειας fake news της αξιωματούχου του περισσότερο έβλαπταν παρά ωφελούσαν.
Έτσι έπεισε τους Ιταλούς να στείλουν όπλα
Η Ντενίσοβα δήλωσε ότι θα αμφισβητήσει δικαστικά την απόλυσή της. Παραδέχτηκε, ωστόσο, ότι έλεγε παραμύθια. Τόνισε, όμως, πως ήταν αναγκασμένη να υπερβάλει «για να πετύχω τον στόχο μας».
Έδωσε και χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Στην ιταλική Βουλή υπάρχει το κόμμα Πέντε Αστέρια, που αρχικά ήταν ενάντια στην αποστολή όπλων. Στην παρέμβασή μου στην ιταλική Βουλή τούς μίλησα για τρομερά πράγματα, ώστε να τους πιέσω να πάρουν αποφάσεις. Και όντως, μετά την ομιλία μου, ένα ηγετικό στέλεχος του κόμματος είπε ότι θα στηρίξει την αποστολή όπλων».
Η όλη αξιοπιστία της επιτρόπου της Ουκρανίας συνοψίζεται στη δική της δήλωση: «Ναι, το λεξιλόγιο που χρησιμοποίησα ήταν πολύ σκληρό και βίαιο, μπορεί και να υπερέβαλα… Αλλά έπρεπε να πετύχω τον σκοπό μας, να πείσω τον υπόλοιπο κόσμο να μας δώσει όπλα». Με αυτή την τακτική η Ντενίσοβα κατάφερε να εξαπατήσει όλα τα ΜΜΕ του κόσμου και, φυσικά, τα ελληνικά.
Και ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Ντμίτρο Κουλέμπα έθεσε την κατηγορία για πολλαπλούς βιασμούς κατά τη διάρκεια ομιλίας σε think tank στο Λονδίνο στις αρχές Μαρτίου, σύμφωνα με το Reuters.
Μετά την απομάκρυνση της Ντενίσοβα, η Μαρία Ζαχάροβα, εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, απηύθυνε ερώτημα προς τα δυτικά ΜΜΕ: «Όλα αυτά τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, οι δημοσιογράφοι, οι οργανώσεις που μετέδωσαν αβάσιμες κατηγορίες της Ντενίσοβα, θα επανορθώσουν τώρα και θα ζητήσουν συγγνώμη;»
Το who is who της Ντενίσοβα
Η Ρωσίδα στην καταγωγή Λουντμίλα Ντενίσοβα, 61 ετών, γεννήθηκε στην πόλη Αρχάγγελσκ, κοντά στον Αρκτικό Κύκλο. Αρχικά εκπαιδεύτηκε ως νηπιαγωγός και στη συνέχεια σπούδασε νομικά στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ.
Το 1989 διορίστηκε εισαγγελέας, αλλά αρνήθηκε τη θέση προκειμένου να μετακομίσει στην Κριμαία στην Ουκρανία, λόγω του συζύγου της, που ήταν ανακριτής. Το 1991 η Ντενίσοβα πολιτογραφήθηκε Ουκρανή.
Στη δημόσια σφαίρα εισήλθε ως επικεφαλής περιφερειακών τμημάτων οικονομικών στην Κριμαία. Το 2006 εκλέχτηκε βουλευτής στο ουκρανικό Κοινοβούλιο και αργότερα υπηρέτησε ως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής. Το 2014 έγινε ιδρυτικό μέλος με τον Αρσένι Γιάτσενιουκ, τον τότε φιλοδυτικό πρωθυπουργό, ενός εθνικιστικού πολιτικού κόμματος, του Λαϊκού Μετώπου. Η Ντενίσοβα περιγράφει τον εαυτό της ως «Ουκρανή εθνικίστρια ρωσικής καταγωγής».
Το 2018, η Βουλή της Ουκρανίας την όρισε επικεφαλής της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος πριν από τέσσερις μήνες, το γραφείο της συνεργαζόταν ήδη με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα Ηνωμένα Έθνη κι έστελνε καθημερινή έκθεση στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου